výhody registrácie

Kniha proroka Jeremiáša

Biblia - Sväté písmo

(LXX - Grécky - LXX)

Jer 15, 1-21

1 (LXX) και ειπεν κυριος προς με εαν στη μωυσης και σαμουηλ προ προσωπου μου ουκ εστιν η ψυχη μου προς αυτους εξαποστειλον τον λαον τουτον και εξελθετωσαν
1 (VUL) Et dixit Dominus ad me: “ Si steterit Moyses et Samuel co ram me, non est anima mea ad populum istum; eice illos a facie mea, et egrediantur.
1 (ROH) A Hospodin mi riekol: Ani keby sa postavil Mojžiš alebo Samuel predo mnou, nenaklonila by sa moja duša k tomuto ľudu. Zažeň ich zpred mojej tvári, nech idú ta preč!

2 (LXX) και εσται εαν ειπωσιν προς σε που εξελευσομεθα και ερεις προς αυτους ταδε λεγει κυριος οσοι εις θανατον εις θανατον και οσοι εις μαχαιραν εις μαχαιραν και οσοι εις λιμον εις λιμον και οσοι εις αιχμαλωσιαν εις αιχμαλωσιαν
2 (VUL) Quod si dixerint ad te: “Quo egrediemur?”, dices ad eos: Haec dicit Dominus: Qui ad mortem, ad mortem; et qui ad gladium, ad gladium; et qui ad famem, ad famem; et qui ad captivitatem, ad captivitatem.
2 (ROH) A stane sa, keď ti povedia: Kam máme ísť? že im povieš: Takto hovorí Hospodin: Kto na smrť, na smrť; kto pod meč, pod meč; kto do hladu, do hladu, a kto v zajatie, v zajatie.

3 (LXX) και εκδικησω επ' αυτους τεσσαρα ειδη λεγει κυριος την μαχαιραν εις σφαγην και τους κυνας εις διασπασμον και τα θηρια της γης και τα πετεινα του ουρανου εις βρωσιν και εις διαφθοραν
3 (VUL) Et mandabo super eos quattuor species, dicit Dominus: gladium ad occisionem et canes ad lacerandum et volatilia caeli et bestias terrae ad devorandum et dissipandum.
3 (ROH) A ustanovím nad nimi štyri čeľade trestu, hovorí Hospodin, a to meč zabiť, psov rozvláčiť, nebeské vtáctvo a zemskú zver požrať a zkaziť.

4 (LXX) και παραδωσω αυτους εις αναγκας πασαις ταις βασιλειαις της γης δια μανασση υιον εζεκιου βασιλεα ιουδα περι παντων ων εποιησεν εν ιερουσαλημ
4 (VUL) Et dabo eos in commotionem universis regnis terrae, propter Manassem filium Ezechiae regem Iudae, super omnibus, quae fecit in Ierusalem.
4 (ROH) A vydám ich za postrk všetkým kráľovstvám zeme pre Manassesa, syna Ezechiášovho, judského kráľa, za to, čo popáchal v Jeruzaleme.

5 (LXX) τις φεισεται επι σοι ιερουσαλημ και τις δειλιασει επι σοι η τις ανακαμψει εις ειρηνην σοι
5 (VUL) Quis enim miserebitur tui, Ierusalem, aut quis contristabitur pro te, aut quis ibit ad rogandum de pace tua?
5 (ROH) Lebo ktože sa zľutuje nad tebou, Jeruzaleme? Alebo kto ťa poľutuje? Alebo kto zahne k tebe, aby sa opýtal, ako sa máš?

6 (LXX) συ απεστραφης με λεγει κυριος οπισω πορευση και εκτενω την χειρα μου και διαφθερω σε και ουκετι ανησω αυτους
6 (VUL) Tu reppulisti me, dicit Dominus, retrorsum abiisti; et extendi manum meam super te et interfeci te: laboravi miserans.
6 (ROH) Ty si zavrhol mňa, hovorí Hospodin, odišiel si zpät. Preto vystriem svoju ruku na teba a zkazím ťa. Ustal som a zunoval ľutovať.

7 (LXX) και διασπερω αυτους εν διασπορα εν πυλαις λαου μου ητεκνωθησαν απωλεσαν τον λαον μου δια τας κακιας αυτων
7 (VUL) Et ventilavi eos ventilabro in portis terrae; orbavi et disperdidi populum meum: a viis suis non sunt reversi.
7 (ROH) Prevejem ich vejačkou cez brány zeme, osirotím a zahubím svoj ľud; nenavrátili sa so svojich ciest.

8 (LXX) επληθυνθησαν χηραι αυτων υπερ την αμμον της θαλασσης επηγαγον επι μητερα νεανισκου ταλαιπωριαν εν μεσημβρια επερριψα επ' αυτην εξαιφνης τρομον και σπουδην
8 (VUL) Multiplicatae sunt mihi viduae eius super arenam maris, induxi eis super matrem militem vastatorem meridie, misi super eam repente perturbationem et terrorem.
8 (ROH) Viacej mi bude jeho vdôv ako piesku morí. Dovediem im, na matku mládenca, zhubcu na poludnie; spôsobím to, aby náhle dopadly na ňu úzkosť a zdesenie.

9 (LXX) εκενωθη η τικτουσα επτα απεκακησεν η ψυχη αυτης επεδυ ο ηλιος αυτη ετι μεσουσης της ημερας κατησχυνθη και ωνειδισθη τους καταλοιπους αυτων εις μαχαιραν δωσω εναντιον των εχθρων αυτων
9 (VUL) Infirmata est, quae peperit septem, exhalavit animam suam; occidit ei sol, cum adhuc esset dies, confusa est et erubuit, et residuos eorum in gladium dabo in conspectu inimicorum eorum ”, ait Dominus.
9 (ROH) Zomdleje tá, ktorá porodila sedem, vydýchne svoju dušu, jej slnce zajde, kým ešte bude deň, bude sa hanbiť a rumenieť od studu, a to, čo im pozostane, vydám meču pred ich nepriateľmi, hovorí Hospodin.

10 (LXX) οιμμοι εγω μητερ ως τινα με ετεκες ανδρα δικαζομενον και διακρινομενον παση τη γη ουτε ωφελησα ουτε ωφελησεν με ουδεις η ισχυς μου εξελιπεν εν τοις καταρωμενοις με
10 (VUL) Vae mihi, mater mea, quoniam genuisti me virum rixae et virum discordiae in universa terra! Non feneravi, nec feneravit mihi quisquam; omnes maledicunt mihi.
10 (ROH) Oj, beda mne, moja matko, že si ma porodila, muža pravoty a muža sváru, s ktorým sa každý pravotí a vadí v celej zemi! Nepožičal som na úžeru, ani nepožičali mne, a jednako mi všetci zlorečia.

11 (LXX) γενοιτο δεσποτα κατευθυνοντων αυτων ει μη παρεστην σοι εν καιρω των κακων αυτων και εν καιρω θλιψεως αυτων εις αγαθα προς τον εχθρον
11 (VUL) Amen, Domine, ministravi tibi in bonum, intercessi apud te in tempore afflictionis et in tempore tribulationis pro inimico.
11 (ROH) Hospodin riekol: Istotne ťa posilním na dobré. Istotne spôsobím to, že ťa bude prosiť nepriateľ v čase zla a v čase súženia.

12 (LXX) ει γνωσθησεται σιδηρος και περιβολαιον χαλκουν
12 (VUL) Numquid frangitur ferro ferrum aquilonis et aes?
12 (ROH) Či azda poláme železo železo od severa a oceľ?

13 (LXX) η ισχυς σου και τους θησαυρους σου εις προνομην δωσω ανταλλαγμα δια πασας τας αμαρτιας σου και εν πασι τοις οριοις σου
13 (VUL) “ Divitias tuas et thesauros tuos in direptionem dabo gratis, propter omnia peccata tua, in omnibus terminis tuis.
13 (ROH) Tvoje imanie a tvoje poklady dám na lúpež, nie za plat, a to pre všetky tvoje hriechy, a síce po všetkých tvojich končinách.

14 (LXX) και καταδουλωσω σε κυκλω τοις εχθροις σου εν τη γη η ουκ ηδεις οτι πυρ εκκεκαυται εκ του θυμου μου εφ' υμας καυθησεται
14 (VUL) Et servire te faciam inimicis tuis in terra, quam nescis, quia ignis succensus est in furore meo: super vos ardebit ”.
14 (ROH) A spôsobím to, aby prešly s tvojimi nepriateľmi do zeme, ktorej neznáš, pretože sa oheň zanietil v mojom hneve, ktorý bude horieť nad vami.-

15 (LXX) κυριε μνησθητι μου και επισκεψαι με και αθωωσον με απο των καταδιωκοντων με μη εις μακροθυμιαν γνωθι ως ελαβον περι σου ονειδισμον
15 (VUL) Tu scis, Domine; recordare mei et visita me et vindica me de his, qui persequuntur me; noli in patientia tua abripere me, scito quoniam sustinui pro te opprobrium.
15 (ROH) Ty vieš, ó, Hospodine! - Rozpomeň sa na mňa a navštív ma na tých, ktorí ma prenasledujú! Neber ma, podľa svojho zhovievania, preč so sveta! Vedz, že pre teba nesiem pohanu!

16 (LXX) υπο των αθετουντων τους λογους σου συντελεσον αυτους και εσται ο λογος σου εμοι εις ευφροσυνην και χαραν καρδιας μου οτι επικεκληται το ονομα σου επ' εμοι κυριε παντοκρατωρ
16 (VUL) Inventi sunt sermones tui, et comedi eos, et factum est mihi verbum tuum in gaudium et in laetitiam cordis mei, quoniam invocatum est nomen tuum super me, Domine, Deus exercituum.
16 (ROH) Kde a kedykoľvek sa našly tvoje slová, zjedol som ich, a tvoje slová mi boly obveselením, a radosťou môjho srdca, pretože je tvoje meno vzývané nado mnou, Hospodine, Bože Zástupov!

17 (LXX) ουκ εκαθισα εν συνεδριω αυτων παιζοντων αλλα ευλαβουμην απο προσωπου χειρος σου κατα μονας εκαθημην οτι πικριας ενεπλησθην
17 (VUL) Non sedi in concilio ludentium et gloriatus sum; a facie manus tuae solus sedebam, quoniam indignatione replesti me.
17 (ROH) Nesedávam v shromaždení smejúcich sa veselých ani neplesám; pre tvoju ruku sedávam samotný, lebo si ma naplnil zúrivosťou.

18 (LXX) ινα τι οι λυπουντες με κατισχυουσιν μου η πληγη μου στερεα ποθεν ιαθησομαι γινομενη εγενηθη μοι ως υδωρ ψευδες ουκ εχον πιστιν
18 (VUL) Quare factus est dolor meus perpetuus, et plaga mea desperabilis renuit curari? Factus es mihi quasi rivus mendax, aquae infideles.
18 (ROH) Prečo je moja bolesť večná a moja rana od úderu smrteľná, ktorá sa nechce zahojiť? Či mi budeš ako klamlivý potok, ako nie verné vody? -

19 (LXX) δια τουτο ταδε λεγει κυριος εαν επιστρεψης και αποκαταστησω σε και προ προσωπου μου στηση και εαν εξαγαγης τιμιον απο αναξιου ως στομα μου εση και αναστρεψουσιν αυτοι προς σε και συ ουκ αναστρεψεις προς αυτους
19 (VUL) Propter hoc haec dixit Dominus: “ Si converteris, convertam te, et ante faciem meam stabis; et si separaveris pretiosum a vili, quasi os meum eris; convertentur ipsi ad te, et tu non converteris ad eos.
19 (ROH) Preto takto hovorí Hospodin: Ak sa navrátiš, i ja ťa navrátim, a budeš stáť pred mojou tvárou, a keď oddelíš drahú vec od ničomnej, budeš ako moje ústa. Nech sa oni navrátia k tebe, ale ty sa nenavrátiš k nim.

20 (LXX) και δωσω σε τω λαω τουτω ως τειχος οχυρον χαλκουν και πολεμησουσιν προς σε και ου μη δυνωνται προς σε διοτι μετα σου ειμι του σωζειν σε
20 (VUL) Et dabo te populo huic in murum aereum fortem; et bellabunt adversum te et non praevalebunt, quia ego tecum sum, ut salvem te et eruam te, dicit Dominus.
20 (ROH) A dám ťa tomuto ľudu za medený múr ohradný, a budú bojovať proti tebe, ale ťa nepremôžu, lebo ja som s tebou, aby som ťa zachránil a aby som ťa vytrhnul, hovorí Hospodin.

21 (LXX) και εξαιρεισθαι σε εκ χειρος πονηρων και λυτρωσομαι σε εκ χειρος λοιμων
21 (VUL) Et liberabo te de manu pessimorum et redimam te de manu fortium ”.
21 (ROH) A vytrhnem ťa z ruky zlostníkov a vyslobodím ťa z hrsti násilníkov.


Jer 15, 1-21





Verš 1
και ειπεν κυριος προς με εαν στη μωυσης και σαμουηλ προ προσωπου μου ουκ εστιν η ψυχη μου προς αυτους εξαποστειλον τον λαον τουτον και εξελθετωσαν
Ez 14:14 - και εαν ωσιν οι τρεις ανδρες ουτοι εν μεσω αυτης νωε και δανιηλ και ιωβ αυτοι εν τη δικαιοσυνη αυτων σωθησονται λεγει κυριος
Ex 32:14 - και ιλασθη κυριος περι της κακιας ης ειπεν ποιησαι τον λαον αυτου
1Sam 7:9 - και ελαβεν σαμουηλ αρνα γαλαθηνον ενα και ανηνεγκεν αυτον ολοκαυτωσιν συν παντι τω λαω τω κυριω και εβοησεν σαμουηλ προς κυριον περι ισραηλ και επηκουσεν αυτου κυριος

Verš 2
και εσται εαν ειπωσιν προς σε που εξελευσομεθα και ερεις προς αυτους ταδε λεγει κυριος οσοι εις θανατον εις θανατον και οσοι εις μαχαιραν εις μαχαιραν και οσοι εις λιμον εις λιμον και οσοι εις αιχμαλωσιαν εις αιχμαλωσιαν
Za 11:9 - και ειπα ου ποιμανω υμας το αποθνησκον αποθνησκετω και το εκλειπον εκλειπετω και τα καταλοιπα κατεσθιετωσαν εκαστος τας σαρκας του πλησιον αυτου

Verš 3
και εκδικησω επ' αυτους τεσσαρα ειδη λεγει κυριος την μαχαιραν εις σφαγην και τους κυνας εις διασπασμον και τα θηρια της γης και τα πετεινα του ουρανου εις βρωσιν και εις διαφθοραν
Lv 26:16 - και εγω ποιησω ουτως υμιν και επισυστησω εφ' υμας την αποριαν την τε ψωραν και τον ικτερον και σφακελιζοντας τους οφθαλμους υμων και την ψυχην υμων εκτηκουσαν και σπερειτε δια κενης τα σπερματα υμων και εδονται οι υπεναντιοι υμων
Jer 7:33 - και εσονται οι νεκροι του λαου τουτου εις βρωσιν τοις πετεινοις του ουρανου και τοις θηριοις της γης και ουκ εσται ο αποσοβων

Verš 4
και παραδωσω αυτους εις αναγκας πασαις ταις βασιλειαις της γης δια μανασση υιον εζεκιου βασιλεα ιουδα περι παντων ων εποιησεν εν ιερουσαλημ
Dt 28:25 - δωη σε κυριος επικοπην εναντιον των εχθρων σου εν οδω μια εξελευση προς αυτους και εν επτα οδοις φευξη απο προσωπου αυτων και εση εν διασπορα εν πασαις ταις βασιλειαις της γης

Verš 5
τις φεισεται επι σοι ιερουσαλημ και τις δειλιασει επι σοι η τις ανακαμψει εις ειρηνην σοι
Iz 51:19 - δυο ταυτα αντικειμενα σοι τις σοι συλλυπηθησεται πτωμα και συντριμμα λιμος και μαχαιρα τις σε παρακαλεσει

Verš 6
συ απεστραφης με λεγει κυριος οπισω πορευση και εκτενω την χειρα μου και διαφθερω σε και ουκετι ανησω αυτους
Jer 5:7 - ποια τουτων ιλεως γενωμαι σοι οι υιοι σου εγκατελιπον με και ωμνυον εν τοις ουκ ουσιν θεοις και εχορτασα αυτους και εμοιχωντο και εν οικοις πορνων κατελυον

Verš 7
και διασπερω αυτους εν διασπορα εν πυλαις λαου μου ητεκνωθησαν απωλεσαν τον λαον μου δια τας κακιας αυτων
Jer 4:11 - εν τω καιρω εκεινω ερουσιν τω λαω τουτω και τη ιερουσαλημ πνευμα πλανησεως εν τη ερημω οδος της θυγατρος του λαου μου ουκ εις καθαρον ουδ' εις αγιον

Verš 9
εκενωθη η τικτουσα επτα απεκακησεν η ψυχη αυτης επεδυ ο ηλιος αυτη ετι μεσουσης της ημερας κατησχυνθη και ωνειδισθη τους καταλοιπους αυτων εις μαχαιραν δωσω εναντιον των εχθρων αυτων
Am 8:9 - και εσται εν εκεινη τη ημερα λεγει κυριος ο θεος και δυσεται ο ηλιος μεσημβριας και συσκοτασει επι της γης εν ημερα το φως

Verš 10
οιμμοι εγω μητερ ως τινα με ετεκες ανδρα δικαζομενον και διακρινομενον παση τη γη ουτε ωφελησα ουτε ωφελησεν με ουδεις η ισχυς μου εξελιπεν εν τοις καταρωμενοις με
Jób 3:1 - μετα τουτο ηνοιξεν ιωβ το στομα αυτου
Jer 20:14 - επικαταρατος η ημερα εν η ετεχθην εν αυτη η ημερα εν η ετεκεν με η μητηρ μου μη εστω επευκτη

Verš 12
ει γνωσθησεται σιδηρος και περιβολαιον χαλκουν
Jer 6:28 - παντες ανηκοοι πορευομενοι σκολιως χαλκος και σιδηρος παντες διεφθαρμενοι εισιν

Verš 13
η ισχυς σου και τους θησαυρους σου εις προνομην δωσω ανταλλαγμα δια πασας τας αμαρτιας σου και εν πασι τοις οριοις σου
Jer 17:3 -

Verš 14
και καταδουλωσω σε κυκλω τοις εχθροις σου εν τη γη η ουκ ηδεις οτι πυρ εκκεκαυται εκ του θυμου μου εφ' υμας καυθησεται
Dt 32:22 - οτι πυρ εκκεκαυται εκ του θυμου μου καυθησεται εως αδου κατω καταφαγεται γην και τα γενηματα αυτης φλεξει θεμελια ορεων

Verš 15
κυριε μνησθητι μου και επισκεψαι με και αθωωσον με απο των καταδιωκοντων με μη εις μακροθυμιαν γνωθι ως ελαβον περι σου ονειδισμον
Jer 11:20 - κυριε κρινων δικαια δοκιμαζων νεφρους και καρδιας ιδοιμι την παρα σου εκδικησιν εξ αυτων οτι προς σε απεκαλυψα το δικαιωμα μου

Verš 17
ουκ εκαθισα εν συνεδριω αυτων παιζοντων αλλα ευλαβουμην απο προσωπου χειρος σου κατα μονας εκαθημην οτι πικριας ενεπλησθην
Ž 1:1 - μακαριος ανηρ ος ουκ επορευθη εν βουλη ασεβων και εν οδω αμαρτωλων ουκ εστη και επι καθεδραν λοιμων ουκ εκαθισεν

Verš 18
ινα τι οι λυπουντες με κατισχυουσιν μου η πληγη μου στερεα ποθεν ιαθησομαι γινομενη εγενηθη μοι ως υδωρ ψευδες ουκ εχον πιστιν
Jer 30:15 - οτι απο φωνης πτωσεως αυτων εσεισθη η γη και κραυγη σου εν θαλασση ηκουσθη
Jób 6:15 - ου προσειδον με οι εγγυτατοι μου ωσπερ χειμαρρους εκλειπων η ωσπερ κυμα παρηλθον με

Verš 20
και δωσω σε τω λαω τουτω ως τειχος οχυρον χαλκουν και πολεμησουσιν προς σε και ου μη δυνωνται προς σε διοτι μετα σου ειμι του σωζειν σε
Jer 1:18 - ιδου τεθεικα σε εν τη σημερον ημερα ως πολιν οχυραν και ως τειχος χαλκουν οχυρον απασιν τοις βασιλευσιν ιουδα και τοις αρχουσιν αυτου και τω λαω της γης

Jer 15,1 - Mojžiš a Samuel boli najmocnejší orodovníci, ktorí prosili u Boha za národ.

Jer 15,4 - O Manassesovi a jeho činoch pozri 2 Kr 21,1 n.; 2 Krn 33,1 n.

Jer 15,8 - Ženy stratia mužov, matky synov. I nad matkou, ktorá mala sedem synov, zájde slnko šťastia, lebo ich stratí.

Jer 15,10 - Verše 10-21 sú jedným z miest, ktoré nám posvietia na duševné útrapy plachého proroka, ktorý mal také ťažké poslanie (pozri úvod k nášmu prorokovi). Požičiavanie peňazí býva vždy a všade príčinou nepriateľstiev. U vtedajších Izraelitov bolo ňou tým viac, že od pôžičiek nesmeli prijať úrok.

Jer 15,11 - Prorok si nezaslúžil nenávisť, veď konal len v službe Pánovej a zastával sa u Boha ešte aj svojich nepriateľov. – Toto by bol asi najpravdepodobnejší zmysel verša, ktorý je veľmi porušený; preklady sa rozchádzajú.

Jer 15,12 - V starých časoch pokladali železo, dovážané zo severných krajov, za zvlášť tvrdé. U Izraelitov bolo toto železo asi symbolom nepriateľským, symbolom babylonských zbraní. Ale verš je tak porušený, že sa mnohí vzdávajú pokusu preložiť ho. Staré preklady tiež nedávajú vyhovujúci zmysel. Mnohí pokladajú verš za neskorší dodatok.

Jer 15,13 - Verše nepatria do tejto osnovy. Sú písané prózou, rušia súvislosť a sú veľmi podobné veršom 17,3-4. Odtiaľ sa omylom dostali sem.

Jer 15,16 - Porov. Ez 2,8; 3,1 n. – Jeremiáš bol prorok Jahveho, nazýval sa teda jeho menom.

Jer 15,18 - V Palestíne je mnoho potokov, ktoré v lete celkom vyschnú, pútnik by sa darmo spoliehal, že v nich nájde vodu.

Jer 15,19 - Prorok začal strácať dôveru v Pána, preto sa musí obrátiť, potom ho aj Pán obráti a urobí ho zasa svojím dôveryplným prorokom. Pravda, len tak bude môcť opäť hovoriť v mene Pánovom (bude Pánovými ústami), ak bude ohlasovať len jeho cenné reči a nie svoje malomyseľné, bezcenné žaloby.

Jer 15,20 - Porov. 1,18.