výhody registrácie

1. kniha Samuelova

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

1Sam 1, 1-28

1 (GRM) Ητο δε ανθρωπος τις εκ Ραμαθαιμ-σοφιμ, εκ του ορους Εφραιμ, και το ονομα αυτου Ελκανα, υιος του Ιεροαμ, υιου Ελιου, υιου Θοου, υιου Σουφ, Εφραθαιος.
1 (ROH) A bol nejaký muž z Ramataim-cofíma, s vrchu Efraimovho, ktorému bolo meno Elkána, syn Jerocháma, syna Elihu-va, syna Tochu-va, syna Cúfovho, Efraťan.

2 (GRM) Και ειχεν ουτος δυο γυναικας· το ονομα της μιας Αννα, και το ονομα της δευτερας Φενιννα· η μεν Φενιννα ειχε τεκνα, η δε Αννα δεν ειχε τεκνα.
2 (ROH) Ten mal dve ženy; jednej bolo meno Anna, a meno druhej bolo Peninna. Peninna mala deti, ale Anna nemala detí.

3 (GRM) Ανεβαινε δε ο ανθρωπος ουτος εκ της πολεως αυτου κατ' ετος, δια να προσκυνηση και να προσφερη θυσιαν προς τον Κυριον των δυναμεων εν Σηλω. Και ησαν εκει οι δυο υιοι του Ηλει, Οφνει και Φινεες, ιερεις του Κυριου.
3 (ROH) Človek chodieval z roka na rok zo svojho mesta hore klaňať sa a obetovať Hospodinovi Zástupov bitnú obeť v Síle, kde boli dvaja synovia Éliho, Chofni a Pinchas, kňazmi Hospodinovi.

4 (GRM) Εφθασε δε η ημερα, καθ' ην εθυσιασεν ο Ελκανα και εδωκε μεριδας εις την Φενινναν την γυναικα αυτου και εις παντας τους υιους αυτης και τας θυγατερας αυτης.
4 (ROH) A bývalo vše toho dňa, keď obetoval Elkána bitnú obeť, že dal Peninne, svojej žene, i všetkým jej synom i jej dcéram diely.

5 (GRM) εις δε την Ανναν εδωκε διπλασιαν μεριδα· διοτι ηγαπα την Ανναν· αλλ' ο Κυριος ειχε κλεισει την μητραν αυτης.
5 (ROH) Ale Anne dal dvojnásobný diel, lebo Annu miloval. Lež Hospodin bol zavrel jej život.

6 (GRM) Και η αντιζηλος αυτης παρωξυνεν αυτην σφοδρα, ωστε να καμνη αυτην να αδημονη, οτι ο Κυριος ειχε κλεισει την μητραν αυτης.
6 (ROH) A jej protivnica ju veľmi popudzovala, aby ju rozrušovala, pretože Hospodin bol zavrel je život.

7 (GRM) Και ουτως εκαμνε κατ' ετος· οσακις ανεβαινεν εις τον οικον του Κυριου, ουτω παρωξυνεν αυτην· και εκεινη εκλαιε και δεν ετρωγεν.
7 (ROH) Tak robieval Elkána každého roku, kedykoľvek išla hore do domu Hospodinovho, a tamtá ju vždy tak popudzovala, a ona plakávala a nejedávala.

8 (GRM) Ειπε δε προς αυτην Ελκανα ο ανηρ αυτης, Αννα, δια τι κλαιεις; και δια τι δεν τρωγεις; και δια τι η καρδια σου ειναι τεθλιμμενη; δεν ειμαι εγω εις σε καλητερος παρα δεκα υιους;
8 (ROH) A Elkána jej muž, jej povedal: Anna, prečo plačeš? A prečo neješ? A prečo je smutné tvoje srdce? Či nie som ti ja lepší ako desať synov?

9 (GRM) Και εσηκωθη η Αννα, αφου εφαγον εν Σηλω και αφου επιον· ο δε Ηλει ο ιερευς εκαθητο επι καθεδρας, πλησιον του παραστατου της πυλης του ναου του Κυριου.
9 (ROH) A Anna vstala, keď boli jedli v Síle a keď boli pili. A Éli, kňaz, sedel na stolici pri podvojach chrámu Hospodinovho.

10 (GRM) Και αυτη ητο καταπικραμενη την ψυχην και προσηυχετο εις τον Κυριον, κλαιουσα καθ' υπερβολην.
10 (ROH) A ona bola rozžialenej duše a modlila sa Hospodinovi a plakala veľmi.

11 (GRM) Και ηυχηθη ευχην, λεγουσα, Κυριε των δυναμεων, εαν επιβλεψης τωοντι εις την ταπεινωσιν της δουλης σου και με ενθυμηθης και δεν λησμονησης την δουλην σου, αλλα δωσης εις την δουλην σου τεκνον αρσενικον, τοτε θελω δωσει αυτο εις τον Κυριον πασας τας ημερας της ζωης αυτου, και ξυραφιον δεν θελει αναβη επι την κεφαλην αυτου.
11 (ROH) A sľúbila sľub a riekla: Hospodine Zástupov, ak pohliadnuť pohliadneš na trápenie svojej dievky a rozpomenieš sa na mňa a nezabudneš na svoju dievku, ale dáš svojej dievke plod mužského pohlavia, dám ho Hospodinovi, aby bol jeho po všetky dni svojho života, a britva nevstúpi na jeho hlavu.

12 (GRM) Ενω δε αυτη εξηκολουθει προσευχομενη ενωπιον του Κυριου, ο Ηλει παρετηρει το στομα αυτης.
12 (ROH) A stalo sa, keď sa len dlho modlila pred Hospodinom, že Éli pozoroval na jej ústa.

13 (GRM) Πλην η Αννα αυτη ελαλει εν τη καρδια αυτης· μονον τα χειλη αυτης εκινουντο, αλλ' η φωνη αυτης δεν ηκουετο· οθεν ο Ηλει ενομισεν οτι ητο μεθυσμενη.
13 (ROH) Ale Anna hovorila vo svojom srdci; iba jej rty sa pohybovaly, a jej hlasu nebolo počuť. Preto myslel o nej Éli, že je opilá.

14 (GRM) Και ειπε προς αυτην ο Ηλει, Εως ποτε θελεις εισθαι μεθυουσα; αποβαλε τον οινον σου απο σου.
14 (ROH) A Éli jej povedal: Dokedyže budeš opilá? Vytriezvej zo svojho vína!

15 (GRM) Και απεκριθη η Αννα και ειπεν, Ουχι, κυριε μου, εγω ειμαι γυνη κατατεθλιμμενη την ψυχην· ουτε οινον ουτε σικερα δεν επιον, αλλ' εξεχεα την ψυχην μου ενωπιον του Κυριου·
15 (ROH) Ale Anna odpovedala a riekla: Nie som ja opilá, môj pane; som žena utrápeného ducha a vína ani nijakého opojného nápoja som nepila, ale vylievam svoju dušu pred Hospodinom.

16 (GRM) μη υπολαβης την δουλην σου ως αχρειαν γυναικα· διοτι εκ του πληθους του πονου μου και της θλιψεως μου ελαλησα εως τωρα.
16 (ROH) Nepovažuj svojej dievky za dcéru beliála, lebo z mnohého svojho úpenia a z veľkého svojho zármutku som hovorila až doteraz.

17 (GRM) Τοτε απεκριθη ο Ηλει και ειπεν, Υπαγε εις ειρηνην· και ο Θεος του Ισραηλ ας σοι δωση την αιτησιν σου, την οποιαν ητησας παρ' αυτου.
17 (ROH) Na to odpovedal Éli a riekol: Idi v pokoji, a Bôh Izraelov nech ti dá to, čo si prosila od neho.

18 (GRM) Η δε ειπεν, Ειθε η δουλη σου να ευρη χαριν εις τους οφθαλμους σου. Τοτε απηλθεν η γυνη εις την οδον αυτης και εφαγε, και το προσωπον αυτης δεν ητο πλεον σκυθρωπον.
18 (ROH) A riekla: Nech najde tvoja dievka milosť v tvojich očiach. A žena išla svojou cestou a najedla sa, a jej tvár nebola viacej smutná.

19 (GRM) Και το πρωι εσηκωθησαν ενωρις, και προσκυνησαντες ενωπιον του Κυριου, επεστρεψαν και ηλθον εις την οικιαν αυτων εις Ραμαθ. Και ο Ελκανα εγνωρισεν Ανναν την γυναικα αυτου· και ο Κυριος ενεθυμηθη αυτην.
19 (ROH) Potom vstali skoro ráno a poklonili sa pred Hospodinom a navrátiac sa prišli do svojho domu do Rámy. A Elkána poznal Annu, svoju ženu, a Hospodin sa rozpomenul na ňu.

20 (GRM) Και οτε επληρωθησαν αι ημεραι αφοτου η Αννα συνελαβεν, εγεννησεν υιον και εκαλεσε το ονομα αυτου Σαμουηλ, Διοτι παρα Κυριου ητησα αυτον, ειπε.
20 (ROH) A stalo sa, keď tomu prišiel čas, že Anna počala a porodila syna a nazvala jeho meno Samuel , lebo riekla: Od Hospodina som ho vyprosila.

21 (GRM) Και ανεβη ο ανθρωπος Ελκανα και πας ο οικος αυτου, δια να προσφερη προς τον Κυριον την ετησιον θυσιαν και την ευχην αυτου.
21 (ROH) A človek Elkána zase odišiel hore i s celým svojím domom obetovať Hospodinovi každoročnú obeť bitnú a splniť svoj sľub.

22 (GRM) Αλλ' η Αννα δεν ανεβη· διοτι ειπε προς τον ανδρα αυτης, Δεν θελω αναβη εωσου το παιδιον απογαλακτισθη· και τοτε θελω φερει αυτο, δια να εμφανισθη ενωπιον του Κυριου και εκει να κατοικη διαπαντος.
22 (ROH) Ale Anna neišla hore, lebo riekla svojmu mužovi: Až bude odstavený chlapec, zavediem ho ta, a ukáže sa pred tvárou Hospodinovou a bude tam bývať až na veky.

23 (GRM) Και ειπε προς αυτην Ελκανα ο ανηρ αυτης, Καμε ο, τι σοι φαινεται καλον· καθου εωσου απογαλακτισης αυτο· μονον ο Κυριος να εκπληρωση τον λογον αυτου. Και εκαθισεν η γυνη και εθηλαζε τον υιον αυτης, εωσου απεγαλακτισεν αυτον.
23 (ROH) A Elkána, jej muž, jej povedal: Učiň to, čo je dobré v tvojich očiach; zostaň, až ho odstavíš, len nech Hospodin postaví, a tak splní svoje slovo. A tak zostala žena a kojila svojho syna, dokiaľ ho neodstavila.

24 (GRM) Και αφου απεγαλακτισεν αυτον, ανεβιβασεν αυτον μεθ' εαυτης, μετα τριων μοσχων και ενος εφα αλευρου και ασκου οινου, και εφερεν αυτον εις τον οικον του Κυριου εν Σηλω· το δε παιδιον ητο μικρον.
24 (ROH) Potom, keď ho odstavila, odviedla ho so sebou hore i s tromi juncami nesúc jednu efu bielej múky jemnej a nádobu vína a doviedla ho do domu Hospodinovho do Síla, a chlapča bolo ešte malé.

25 (GRM) Και εσφαξαν τον μοσχον και εφεραν το παιδιον προς τον Ηλει.
25 (ROH) A zabili junca a doviedli chlapca k Élimu.

26 (GRM) Και ειπεν η Αννα, Ω, κυριε μου ζη η ψυχη σου, κυριε μου, εγω ειμαι η γυνη, ητις εσταθη ενταυθα πλησιον σου, δεομενη του Κυριου·
26 (ROH) A ona riekla: Pohliadni na mňa, môj pane! Jako že žije tvoja duša, môj pane, ja som tá žena, ktorá som stála tu s tebou modliac sa Hospodinovi.

27 (GRM) περι του παιδιου τουτου εδεομην· και ο Κυριος εδωκεν εις εμε την αιτησιν μου, την οποιαν ητησα παρ' αυτου·
27 (ROH) Za tohoto chlapca som sa modlila, a Hospodin mi dal to, čo som si prosila od neho.

28 (GRM) οθεν και εγω εδανεισα αυτο εις τον Κυριον· πασας τας ημερας της ζωης αυτου θελει εισθαι δανεισμενον εις τον Κυριον. Και προσεκυνησεν εκει τον Κυριον.
28 (ROH) Preto ho i ja oddávam Hospodinovi, aby bol jeho po všetky dni, čo bude žiť; je vyprosený pre Hospodina. A poklonili sa tam Hospodinovi.


1Sam 1, 1-28





Verš 1
Ητο δε ανθρωπος τις εκ Ραμαθαιμ-σοφιμ, εκ του ορους Εφραιμ, και το ονομα αυτου Ελκανα, υιος του Ιεροαμ, υιου Ελιου, υιου Θοου, υιου Σουφ, Εφραθαιος.
1Krn 6:26 - Και Ελκανα· οι υιοι του Ελκανα, Σουφι υιος τουτου, και Ναχαθ υιος τουτου,

Verš 3
Ανεβαινε δε ο ανθρωπος ουτος εκ της πολεως αυτου κατ' ετος, δια να προσκυνηση και να προσφερη θυσιαν προς τον Κυριον των δυναμεων εν Σηλω. Και ησαν εκει οι δυο υιοι του Ηλει, Οφνει και Φινεες, ιερεις του Κυριου.
Ex 23:14 - Τρις του ενιαυτου θελεις καμνει εορτην εις εμε.
Dt 16:16 - Τρις του ενιαυτου θελει εμφανιζεσθαι παν αρσενικον σου ενωπιον Κυριου του Θεου σου, εν τω τοπω οντινα εκλεξη· εν τη εορτη των αζυμων, και εν τη εορτη των εβδομαδων, και εν τη εορτη της σκηνοπηγιας· και δεν θελουσιν εμφανιζεσθαι ενωπιον του Κυριου κενοι.

Verš 8
Ειπε δε προς αυτην Ελκανα ο ανηρ αυτης, Αννα, δια τι κλαιεις; και δια τι δεν τρωγεις; και δια τι η καρδια σου ειναι τεθλιμμενη; δεν ειμαι εγω εις σε καλητερος παρα δεκα υιους;
Rút 4:15 - και ουτος θελει εισθαι εις σε αναψυχωτης της ζωης και θελει θρεψει την πολιαν σου· διοτι εγεννησεν αυτον η νυμφη σου, ητις σε αγαπα, ητις ειναι εις σε καλητερα παρα επτα υιους.

Verš 11
Και ηυχηθη ευχην, λεγουσα, Κυριε των δυναμεων, εαν επιβλεψης τωοντι εις την ταπεινωσιν της δουλης σου και με ενθυμηθης και δεν λησμονησης την δουλην σου, αλλα δωσης εις την δουλην σου τεκνον αρσενικον, τοτε θελω δωσει αυτο εις τον Κυριον πασας τας ημερας της ζωης αυτου, και ξυραφιον δεν θελει αναβη επι την κεφαλην αυτου.
Sdc 13:5 - διοτι, ιδου, θελεις συλλαβει και θελεις γεννησει υιον· και ξυραφιον δεν θελει αναβη επι την κεφαλην αυτου, διοτι το παιδιον θελει εισθαι Ναζηραιος εις τον Θεον εκ κοιλιας μητρος αυτου· και αυτος θελει αρχισει να ελευθερονη τον Ισραηλ εκ της χειρος των Φιλισταιων.

Verš 15
Και απεκριθη η Αννα και ειπεν, Ουχι, κυριε μου, εγω ειμαι γυνη κατατεθλιμμενη την ψυχην· ουτε οινον ουτε σικερα δεν επιον, αλλ' εξεχεα την ψυχην μου ενωπιον του Κυριου·
Ž 62:8 - Ελπιζετε επ' αυτον εν παντι καιρω· ανοιγετε, λαοι, ενωπιον αυτου τας καρδιας σας· ο Θεος ειναι καταφυγιον εις ημας. Διαψαλμα.

Verš 24
Και αφου απεγαλακτισεν αυτον, ανεβιβασεν αυτον μεθ' εαυτης, μετα τριων μοσχων και ενος εφα αλευρου και ασκου οινου, και εφερεν αυτον εις τον οικον του Κυριου εν Σηλω· το δε παιδιον ητο μικρον.
Lk 2:41 - Επορευοντο δε οι γονεις αυτου κατ' ετος εις Ιερουσαλημ εν τη εορτη του πασχα.

1Sam 1,1 - Je viac miest, s ktorými stotožňujú Elkánovo bydlisko, Ramataim-Sofim. Najpravdepodobnejšie je to dnešné Bét-Rímá, vzdialené na 5 hodín od Lydy (Lydda, Diospolis, dnešný Lud). Toto mestečko leží na dvoch kopcoch a meno Ramataim skutočne znamená: "Dva kopce". – Elkána nebol Efraimec (Efratejec) rodom, nepochádzal z kmeňa Efraim, ale z kmeňa Lévi (porov. 1 Krn 6,12 n. a 6,18 n.). Volal sa Efratejec, lebo býval na území kmeňa Efraim, kde Jozue pridelil jeho rodu mestá (Joz 21,5.20). O Efraimskom pohorí pozri nižšie pozn. k 9,4.

1Sam 1,2 - Ako niektorí patriarchovia (Abrahám, Jakub) aj Elkána žil celkom dobromyseľne v mnohoženstve. Boh to ani v Starom zákone nikdy nepovolil, ani neschvaľoval, len trpel, hoci sa to priečilo jeho pôvodnému ustanoveniu (Gn 1,27 n. a 2,20 n.).

1Sam 1,3 - Vo Svätom písme prvý raz tu sa volá Boh Pánom zástupov, vojsk (sabaoth). Jeho vojská sú anjeli, nebeské telesá (hviezdy) a tiež vojská Izraelitov, ktoré chodili do boja pod jeho vedením. Šílo, dnešné Selím, je asi 5 hodín od Jeruzalema smerom k Sichemu, dnešnému Nablusu.

1Sam 1,9 - Čo je v zátvorkách, doplnili sme podľa LXX. – Anna išla do chrámu, kde býval Pán.

1Sam 1,11 - Samuel ako levita mal byť i tak v službe Pánovej, ale len od 25. alebo 30. roku do 50. Anna ho zasväcuje od útlej mladosti do smrti. Okrem toho sa zaväzuje, že jej syn bude nazirejcom (pozri Nm 6,2 n.).

1Sam 1,12-14 - Pri nedbalých kňazoch, ako boli synovia Héliho, častejšie mohlo sa prihodiť, že sa Izraeliti pri obetných hostinách podnapili.

1Sam 1,16 - Beliál (naničhodný) je diabol. Dcéra beliálova je naničhodnica, hriešnica.

1Sam 1,19 - Ráma je to isté mesto, ktoré sa v 1. verši volá Ramataim-Sofim.

1Sam 1,20 - Začiatok verša zneje v pôvodine doslovne: "A keď zbehli dni", t. j. "keď sa vrátili tie isté dni roka". – Meno Samuel znamená: Vyslyšal Boh.

1Sam 1,23 - U Izraelitov dojčili matky oveľa dlhšie než u nás (porov. napr. 2 Mach 7,27).

1Sam 1,24 - Podľa LXX vzali len jedného trojročného býčka (porov. v. 25), čo je pravdepodobnejšie. – Efa je asi 36 litrov. – Víno uschovávali v kožených mechoch. Všetky tieto veci potrebovali na obetu.