výhody registrácie

Kniha Judita

Biblia - Sväté písmo

(LXX - Grécky - LXX)

Jdt 5, 1-24

1 (LXX) και ανηγγελη ολοφερνη αρχιστρατηγω δυναμεως ασσουρ διοτι οι υιοι ισραηλ παρεσκευασαντο εις πολεμον και τας διοδους της ορεινης συνεκλεισαν και ετειχισαν πασαν κορυφην ορους υψηλου και εθηκαν εν τοις πεδιοις σκανδαλα
1 (KAT) Vrchnému veliteľovi asýrskeho vojska Holofernesovi oznámili, že Izraeliti sa pripravujú na boj, že uzavreli horské prechody, múrmi obohnali všetky temená vysokých vrchov a že na rovinách porobili zátarasy.

2 (LXX) και ωργισθη θυμω σφοδρα και εκαλεσεν παντας τους αρχοντας μωαβ και τους στρατηγους αμμων και παντας σατραπας της παραλιας
2 (KAT) Pochytil ho veľký hnev a zvolal všetky moabské kniežatá, ammonských vojvodcov a miestodržiteľov z prímorského územia

3 (LXX) και ειπεν αυτοις αναγγειλατε δη μοι υιοι χανααν τις ο λαος ουτος ο καθημενος εν τη ορεινη και τινες ας κατοικουσιν πολεις και το πληθος της δυναμεως αυτων και εν τινι το κρατος αυτων και η ισχυς αυτων και τις ανεστηκεν επ' αυτων βασιλευς ηγουμενος στρατιας αυτων
3 (KAT) a povedal im: „Povedzte mi, Kanaánčania, kto je to ten ľud, čo sa usadil na vrchoch? Ktoré mestá obýva a koľko majú vojska? V čom je ich moc a sila, aký kráľ im vládne a kto je veliteľom ich vojska?

4 (LXX) και δια τι κατενωτισαντο του μη ελθειν εις απαντησιν μοι παρα παντας τους κατοικουντας εν δυσμαις
4 (KAT) A prečo mi len oni obrátili chrbát namiesto toho, aby mi vyšli v ústrety ako ostatní obyvatelia na Západe?“

5 (LXX) και ειπεν προς αυτον αχιωρ ο ηγουμενος παντων υιων αμμων ακουσατω δη λογον ο κυριος μου εκ στοματος του δουλου σου και αναγγελω σοι την αληθειαν περι του λαου τουτου ος κατοικει την ορεινην ταυτην πλησιον σου οικουντος και ουκ εξελευσεται ψευδος εκ του στοματος του δουλου σου
5 (KAT) Vodca všetkých Ammončanov Achiór mu odpovedal: „Počúvaj, môj pane, slová z úst svojho sluhu. Poviem ti pravdu o ľude, čo býva na týchto vrchoch blízko tvojho tábora. Lož nevyjde z úst tvojho sluhu.

6 (LXX) ο λαος ουτος εισιν απογονοι χαλδαιων
6 (KAT) Tento ľud je chaldejského pôvodu.

7 (LXX) και παρωκησαν το προτερον εν τη μεσοποταμια οτι ουκ εβουληθησαν ακολουθησαι τοις θεοις των πατερων αυτων οι εγενοντο εν γη χαλδαιων
7 (KAT) Najprv sa usadili v Mezopotámii, pretože nechceli nasledovať bohov svojich otcov, ktorí boli v chaldejskej krajine.

8 (LXX) και εξεβησαν εξ οδου των γονεων αυτων και προσεκυνησαν τω θεω του ουρανου θεω ω επεγνωσαν και εξεβαλον αυτους απο προσωπου των θεων αυτων και εφυγον εις μεσοποταμιαν και παρωκησαν εκει ημερας πολλας
8 (KAT) Zanechali náboženstvo svojich otcov a klaňali sa nebeskému Bohu; Bohu, ktorého spoznali. Preto ich vyhnali spred svojich bohov a oni sa uchýlili do Mezopotámie a ostali tam dlhý čas.

9 (LXX) και ειπεν ο θεος αυτων εξελθειν εκ της παροικιας αυτων και πορευθηναι εις γην χανααν και κατωκησαν εκει και επληθυνθησαν χρυσιω και αργυριω και εν κτηνεσιν πολλοις σφοδρα
9 (KAT) Potom im ich Boh rozkázal, aby odišli zo svojho bydliska a šli do krajiny Kanaán. Oni sa tam usadili a veľmi zbohatli na zlato, striebro a veľmi veľké stáda.

10 (LXX) και κατεβησαν εις αιγυπτον εκαλυψεν γαρ το προσωπον της γης χανααν λιμος και παρωκησαν εκει μεχρις ου διετραφησαν και εγενοντο εκει εις πληθος πολυ και ουκ ην αριθμος του γενους αυτων
10 (KAT) Potom zostúpili do Egypta, lebo na celú krajinu Kanaán zaľahol hlad, a usadili sa tam, kým nachádzali obživu. Tam sa tak rozmnožili, že sa ich potomstvo nedalo ani spočítať.

11 (LXX) και επανεστη αυτοις ο βασιλευς αιγυπτου και κατεσοφισατο αυτους εν πονω και πλινθω εταπεινωσαν αυτους και εθεντο αυτους εις δουλους
11 (KAT) Ale egyptský kráľ sa postavil proti nim a zákerne ich prinútil vyrábať tehlu z blata. Ponižovali ich a urobili si z nich otrokov.

12 (LXX) και ανεβοησαν προς τον θεον αυτων και επαταξεν πασαν την γην αιγυπτου πληγαις εν αις ουκ ην ιασις και εξεβαλον αυτους οι αιγυπτιοι απο προσωπου αυτων
12 (KAT) Oni volali k svojmu Bohu a on udrel celú egyptskú krajinu ranami, na ktoré nebolo lieku; preto ich Egypťania vyhnali zo svojej krajiny.

13 (LXX) και κατεξηρανεν ο θεος την ερυθραν θαλασσαν εμπροσθεν αυτων
13 (KAT) Boh vysušil Červené more pred nimi

14 (LXX) και ηγαγεν αυτους εις οδον του σινα και καδης βαρνη και εξεβαλον παντας τους κατοικουντας εν τη ερημω
14 (KAT) a vyviedol ich na cestu k Sinaju a ku Kadešbarne. Potom vyhnali všetkých, čo bývali na púšti,

15 (LXX) και ωκησαν εν γη αμορραιων και παντας τους εσεβωνιτας εξωλεθρευσαν εν τη ισχυι αυτων και διαβαντες τον ιορδανην εκληρονομησαν πασαν την ορεινην
15 (KAT) usadili sa v krajine Amorejčanov a svojou silou vyničili všetkých Hesebončanov. Prešli cez Jordán a zaujali celú hornatú krajinu.

16 (LXX) και εξεβαλον εκ προσωπου αυτων τον χαναναιον και τον φερεζαιον και τον ιεβουσαιον και τον συχεμ και παντας τους γεργεσαιους και κατωκησαν εν αυτη ημερας πολλας
16 (KAT) Vyhnali spred seba Kanaánčanov, Ferezejcov, Jebuzejcov, Sichemčanov i všetkých Gergezejcov a bývali tam dlhý čas.

17 (LXX) και εως ουχ ημαρτον ενωπιον του θεου αυτων ην μετ' αυτων τα αγαθα οτι θεος μισων αδικιαν μετ' αυτων εστιν
17 (KAT) A kým nezhrešili pred svojím Bohom, viedlo sa im dobre, lebo je s nimi Boh, ktorý nenávidí neprávosť.

18 (LXX) οτε δε απεστησαν απο της οδου ης διεθετο αυτοις εξωλεθρευθησαν εν πολλοις πολεμοις επι πολυ σφοδρα και ηχμαλωτευθησαν εις γην ουκ ιδιαν και ο ναος του θεου αυτων εγενηθη εις εδαφος και αι πολεις αυτων εκρατηθησαν υπο των υπεναντιων
18 (KAT) Ale keď zišli z cesty, ktorú im určil, hrozne veľa ich zahynulo v mnohých vojnách, odvliekli ich ako zajatcov do cudzej krajiny, chrám ich Boha bol zrovnaný so zemou a ich miest sa zmocnili nepriatelia.

19 (LXX) και νυν επιστρεψαντες επι τον θεον αυτων ανεβησαν εκ της διασπορας ου διεσπαρησαν εκει και κατεσχον την ιερουσαλημ ου το αγιασμα αυτων και κατωκισθησαν εν τη ορεινη οτι ην ερημος
19 (KAT) Teraz sa však opäť obrátili k svojmu Bohu a vrátili sa z miest, kdekoľvek boli rozptýlení, dostali späť Jeruzalem, kde je ich svätyňa, a znova sa osadili v neobývaných horách.

20 (LXX) και νυν δεσποτα κυριε ει μεν εστιν αγνοημα εν τω λαω τουτω και αμαρτανουσιν εις τον θεον αυτων και επισκεψομεθα οτι εστιν εν αυτοις σκανδαλον τουτο και αναβησομεθα και εκπολεμησομεν αυτους
20 (KAT) A teraz, vládca a pane, ak je tento ľud vinný, lebo zhrešil proti svojmu Bohu, presvedčme sa, či je u nich tento kameň úrazu, a potom vytiahnime proti nim, porazíme ich.

21 (LXX) ει δ' ουκ εστιν ανομια εν τω εθνει αυτων παρελθετω δη ο κυριος μου μηποτε υπερασπιση ο κυριος αυτων και ο θεος αυτων υπερ αυτων και εσομεθα εις ονειδισμον εναντιον πασης της γης
21 (KAT) Ale ak nie je v tomto ľude neprávosť, nech to môj pán radšej nechá tak, aby ich azda ich Pán a ich Boh neochránil a vyšli by sme na posmech pred celou zemou.“

22 (LXX) και εγενετο ως επαυσατο αχιωρ λαλων τους λογους τουτους και εγογγυσεν πας ο λαος ο κυκλων την σκηνην και περιεστως και ειπαν οι μεγιστανες ολοφερνου και παντες οι κατοικουντες την παραλιαν και την μωαβ συγκοψαι αυτον
22 (KAT) Keď Achiór skončil túto reč, začal všetok ľud, čo bol okolo stanu, šomrať. A Holofernesovi veľmoži i všetci, čo bývali pri mori, i Moabčania žiadali, aby ho zabil:

23 (LXX) ου γαρ φοβηθησομεθα απο υιων ισραηλ ιδου γαρ λαος εν ω ουκ εστιν δυναμις ουδε κρατος εις παραταξιν ισχυραν
23 (KAT) „Nebudeme sa predsa báť Izraelitov, veď je to ľud, ktorý nemá ani vojska, ani sily na tvrdý boj.

24 (LXX) διο δη αναβησομεθα και εσονται εις καταβρωσιν πασης της στρατιας σου δεσποτα ολοφερνη
24 (KAT) Len vyrazme, vládca Holofernes, a budú iba malým sústom pre tvoje vojsko.“


Jdt 5, 1-24





Jdt 5,18 - Achiór naráža na zajatie zo Severnej ríše odvedeného obyvateľstva a má na mysli vôbec skazu Severného kráľovstva, ak sa dej Knihy Judita odohráva v časoch Asurbanipalových.