výhody registrácie

1. kniha kráľov

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

1Kr 18, 1-46

1 (GRM) Και μετα πολλας ημερας ηλθεν ο λογος του Κυριου προς τον Ηλιαν κατα το τριτον ετος, λεγων, Υπαγε, φανερωθητι εις τον Αχααβ· και θελω δωσει βροχην επι το προσωπον της γης.
1 (ROH) A stalo sa po mnohých dňoch, že sa stalo slovo Hospodinovo k Eliášovi, v treťom roku, povediac: Idi, ukáž sa Achabovi, a dám dážď na zem.

2 (GRM) Και υπηγεν ο Ηλιας να φανερωθη εις τον Αχααβ. Η δε πεινα επεβαρυνεν εις την Σαμαρειαν.
2 (ROH) Vtedy išiel Eliáš, aby sa ukázal Achabovi. A hlad bol veľký v Samárii.

3 (GRM) Και εκαλεσεν ο Αχααβ τον Οβαδια τον οικονομον. Ο δε Οβαδια εφοβειτο τον Κυριον σφοδρα·
3 (ROH) A Achab zavolal Obadiáša, ktorý bol nad jeho domom. A Obadiáš sa veľmi bál Hospodina.

4 (GRM) διοτι, οτε η Ιεζαβελ εξωλοθρευε τους προφητας του Κυριου, ο Οβαδια ελαβεν εκατον προφητας και εκρυψεν αυτους ανα πεντηκοντα εις σπηλαιον, και διετρεφεν αυτους εν αρτω και υδατι.
4 (ROH) A stalo sa, keď vraždila Jezábeľ prorokov Hospodinových, že vzal Obadiáš sto prorokov a skryl ich po päťdesiatich mužoch v jaskyni a zaopatroval ich chlebom a vodou.

5 (GRM) Και ειπεν ο Αχααβ προς τον Οβαδια, Περιελθε εις την γην, εις πασας τας πηγας των υδατων και εις παντας τους χειμαρρους· ισως ευρωμεν χορτον, δια να σωσωμεν την ζωην των ιππων και των ημιονων και να μη στερηθωμεν τα κτηνη.
5 (ROH) A Achab povedal Obadiášovi: Zajdi v zemi ku všetkým prameňom vôd a ku všetkým potokom, ak by sme našli voľakde trávu, aby sme zachovali živé kone i mulice a nevyhubili všetok tento statok.

6 (GRM) Εμερισαν λοιπον την γην εις εαυτους, δια να διελθωσιν αυτην· ο μεν Αχααβ απηλθε δια μιας οδου κατα μονας, ο δε Οβαδια απηλθε δι' αλλης οδου κατα μονας.
6 (ROH) A tak si rozdelili zem, aby ňou prešli. Achab išiel jednou cestou sám, a Obadiáš druhou cestou tiež sám.

7 (GRM) Και ενω ητο ο Οβαδια καθ' οδον ιδου, ο Ηλιας συνηντησεν αυτον· και εκεινος εγνωρισεν αυτον και επεσε κατα προσωπον αυτου και ειπε, Συ εισαι, κυριε μου Ηλια;
7 (ROH) A stalo sa, keď bol Obadiáš na ceste, že hľa, Eliáš sa s ním stretol. A keď ho poznal, padol na svoju tvár a povedal: Či si to ty, môj pane, Eliášu?

8 (GRM) Ο δε ειπε προς αυτον, Εγω· υπαγε, ειπε προς τον κυριον σου, Ιδου, ο Ηλιας.
8 (ROH) A riekol mu: Som. Idi, povedz svojmu pánovi: Hľa, Eliáš prišiel!

9 (GRM) Και εκεινος ειπε, Τι ημαρτησα, ωστε θελεις να παραδωσης τον δουλον σου εις την χειρα του Αχααβ, δια να με θανατωση;
9 (ROH) Na to povedal Obadiáš: Čo som zhrešil, že vydávaš svojho služobníka do ruky Achabovej, aby ma zabil?

10 (GRM) Ζη Κυριος ο Θεος σου, δεν ειναι εθνος η βασιλειον, οπου δεν εστειλεν ο κυριος μου να σε ζητωσι και οτε ελεγον, Δεν ειναι, αυτος ωρκιζε το βασιλειον και το εθνος, οτι δεν σε ευρηκαν.
10 (ROH) Ako že žije Hospodin, tvoj Bôh, niet národa ani kráľovstva, kam by nebol poslal môj pán ťa hľadať. A keď povedali, že ťa niet, dal prisahať kráľovstvu a národu, že ťa nenašli.

11 (GRM) Και τωρα συ λεγεις, Υπαγε, ειπε προς τον κυριον σου, Ιδου, ο Ηλιας.
11 (ROH) A teraz ty hovoríš, idi vraj, povedz svojmu pánovi: Hľa, Eliáš prišiel!

12 (GRM) Και καθως εγω αναχωρησω απο σου, το πνευμα του Κυριου θελει σε φερει οπου δεν εξευρω· και οταν υπαγω και αναγγειλω τουτο προς τον Αχααβ, και δεν σε ευρη, θελει με θανατωσει. Αλλ' ο δουλος σου φοβουμαι τον Κυριον εκ νεοτητος μου.
12 (ROH) A stane sa, keď ja odídem od teba, že ťa odnesie Duch Hospodinov na voľaktoré miesto, o ktorom ja neviem, a keď prijdem a oznámim Achabovi, že si prišiel, a keď ťa nenajde, zabije ma. A tvoj služobník sa bojí Hospodina od svojej mladosti.-

13 (GRM) Δεν απηγγελθη προς τον κυριον μου τι εκαμα, οτε η Ιεζαβελ εθανατονε τους προφητας του Κυριου, τινι τροπω εκρυψα εκατον ανδρας εκ των προφητων του Κυριου ανα πεντηκοντα εις σπηλαιον, και διεθρεψα αυτους εν αρτω και υδατι;
13 (ROH) Či nebolo oznámené môjmu pánovi, čo som urobil, keď vraždila Jezábeľ prorokov Hospodinových, že som ukryl z prorokov Hospodinových sto mužov po päťdesiatich mužoch v jaskyni a zaopatroval som ich chlebom a vodou?

14 (GRM) Και τωρα συ λεγεις, Υπαγε, ειπε προς τον κυριον σου, Ιδου, ο Ηλιας· αλλ' αυτος θελει με θανατωσει.
14 (ROH) A ty teraz hovoríš, idi vraj, povedz svojmu pánovi: Hľa, Eliáš prišiel! A zabije ma.

15 (GRM) Και ειπεν Ηλιας, Ζη ο Κυριος των δυναμεων, εμπροσθεν του οποιου παρισταμαι, οτι σημερον θελω εμφανισθη εις αυτον.
15 (ROH) Na to riekol Eliáš: Ako že žije Hospodin Zástupov, pred ktorého tvárou stojím, že sa mu dnes ukážem.

16 (GRM) Υπηγε λοιπον ο Οβαδια εις συναντησιν του Αχααβ και απηγγειλε προς αυτον. Και ο Αχααβ υπηγεν εις συναντησιν του Ηλια.
16 (ROH) A tak odišiel Obadiáš vústrety Achabovi a oznámil mu to. A Achab vyšiel vústrety Eliášovi.

17 (GRM) Και ως ειδεν ο Αχααβ τον Ηλιαν, ειπε προς αυτον ο Αχααβ, Συ εισαι ο διαταραττων τον Ισραηλ;
17 (ROH) A stalo sa, keď uvidel Achab Eliáša, že mu povedal Achab: Či si to ty, ktorý trápiš Izraela?

18 (GRM) Ο δε ειπε, Δεν διαταραττω εγω τον Ισραηλ, αλλα συ και ο οικος του πατρος σου· διοτι σεις εγκατελιπετε τας εντολας του Κυριου και υπηγες κατοπιν των Βααλειμ·
18 (ROH) Ale on riekol: Netrápim Izraela, ale ty a dom tvojho otca tým, že ste opustili prikázania Hospodinove, a že ideš za Bálmi.

19 (GRM) τωρα λοιπον αποστειλον, συναθροισον προς εμε παντα τον Ισραηλ εις το ορος τον Καρμηλον, και τους προφητας του Βααλ τους τετρακοσιους πεντηκοντα, και τους τετρακοσιους προφητας των αλσων, οιτινες τρωγουσιν εις την τραπεζαν της Ιεζαβελ.
19 (ROH) A tak teraz pošli, shromaždi ku mne celého Izraela na vrch Karmel i prorokov Bálových štyristo päťdesiat i prorokov hája štyristo, ktorí jedia zo stola Jezábelinho.

20 (GRM) Και απεστειλεν ο Αχααβ προς παντας τους υιους Ισραηλ και συνηθροισε τους προφητας εις το ορος τον Καρμηλον.
20 (ROH) Vtedy poslal Achab poslov ku všetkým synom Izraelovým a shromaždi prorokov na vrch Karmel.

21 (GRM) Και προσηλθεν ο Ηλιας προς παντα τον λαον και ειπεν, Εως ποτε χωλαινετε μεταξυ δυο φρονηματων; εαν ο Κυριος ηναι Θεος, ακολουθειτε αυτον· αλλ' εαν ο Βααλ, ακολουθειτε τουτον. Και ο λαος δεν απεκριθη προς αυτον λογον.
21 (ROH) Vtedy pristúpil Eliáš ku všetkému ľudu a povedal: Dokedy budete kulhať na obe strany? Ak je Hospodin Bohom, nasledujme ho, a jestli je ním Bál, iďte za ním! A ľud mu neodpovedal ani slova.

22 (GRM) Τοτε ειπεν ο Ηλιας προς τον λαον, Εγω μονος εμεινα προφητης του Κυριου· οι δε προφηται του Βααλ ειναι τετρακοσιοι πεντηκοντα ανδρες·
22 (ROH) Tu povedal Eliáš ľudu: Ja som len sám zostal prorok Hospodinovi, a prorokov Bálových je štyristo päťdesiat mužov.

23 (GRM) ας δωσωσι λοιπον εις ημας δυο μοσχους· και ας εκλεξωσι τον ενα μοσχον δι' εαυτους, και ας διαμελισωσιν αυτον και ας επιθεσωσιν αυτον επι των ξυλων και πυρ ας μη βαλωσι και εγω θελω ετοιμασει τον αλλον μοσχον και επιθεσει επι των ξυλων και πυρ δεν θελω βαλει,
23 (ROH) Nech nám tedy dajú dvoch juncov, a jedného z juncov nech si vyberú oni a nech ho rozsekajú na kusy a položia na drevo, ale ohňa nech nepodložia, a ja pripravím druhého junca a dám ho na drevo a ohňa ani ja nepodložím.

24 (GRM) και επικαλεσθητε το ονομα των θεων σας, και εγω θελω επικαλεσθη το ονομα του Κυριου· και ο Θεος, οστις εισακουση δια πυρος, ουτος ας ηναι ο Θεος. Και αποκριθεις πας ο λαος, ειπε, Καλος ο λογος.
24 (ROH) A budete vzývať meno svojho boha, a ja budem vzývať meno Hospodinovo, a bude, že Bôh, ktorý odpovie ohňom, ten nech je Bohom. A všetok ľud odpovedal a riekol: To je dobré slovo.

25 (GRM) Και ειπεν ο Ηλιας προς τους προφητας του Βααλ, Εκλεξατε εις εαυτους τον ενα μοσχον και ετοιμασατε αυτον πρωτοι διοτι εισθε πολλοι· και επικαλεσθητε το ονομα των θεων σας, πυρ ομως μη βαλητε.
25 (ROH) Vtedy riekol Eliáš prorokom Bálovým: Vyberte si jedného z juncov a pripravte najprv vy, lebo vás je viac a vzývajte meno svojho boha, ale ohňa nepodkladajte.

26 (GRM) Και ελαβον τον μοσχον τον δοθεντα εις αυτους και ητοιμασαν αυτον, και επεκαλουντο το ονομα του Βααλ απο πρωιας μεχρι μεσημβριας, λεγοντες, Επακουσον ημων, Βααλ· και ουκ ην φωνη και ουκ ην ακροασις· και επηδων περι το θυσιαστηριον, το οποιον ωκοδομησαν.
26 (ROH) A vzali junca, ktorého im dal, a pripravili a vzývali meno Bálovo od rána až do poludnia a vraveli: Bálu, vyslyš nás! Ale nebolo hlasu, ani nebolo, kto by odpovedal, a skákali okolo oltára, ktorý im spravili.

27 (GRM) Και περι την μεσημβριαν ο Ηλιας μυκτηριζων αυτους ελεγεν, Επικαλεισθε μετα φωνης μεγαλης· διοτι θεος ειναι η συνομιλει η ασχολειται η ειναι εις οδοιποριαν η ισως κοιμαται και θελει εξυπνησει.
27 (ROH) Potom stalo sa na poludnie, že sa im posmieval Eliáš a riekol: Volajte veľkým hlasom, lebo veď je boh! Možno, že rozmýšľa alebo je nejako ináče zamestnaný alebo hádam je na ceste alebo azda spí; nech sa zobudí!

28 (GRM) Και επεκαλουντο μετα φωνης μεγαλης και κατετεμνοντο κατα την συνηθειαν αυτων με μαχαιρας και με λογχας, εωσου αιμα εξεχυθη επ' αυτους.
28 (ROH) A tak volali veľkým hlasom a bodali sa, podľa svojej obyčaje, nožami a pikami, až sa krvou polievali.

29 (GRM) Και αφου παρηλθεν η μεσημβρια, και αυτοι προεφητευον μεχρι της ωρας της προσφορας, και ουκ ην φωνη και ουκ ην ακροασις και ουκ ην προσοχη,
29 (ROH) A stalo sa, keď prešlo poludnie, že prorokovali až do času, keď sa obetuje obetný dar večerný. Ale nebolo hlasu, ani nebolo nikoho, kto by bol odpovedal, ani toho, kto by bol pozoroval.

30 (GRM) τοτε ειπεν ο Ηλιας προς παντα τον λαον, Πλησιασατε προς εμε. Και πας ο λαος επλησιασε προς αυτον. Και επιδιωρθωσε το θυσιαστηριον του Κυριου, το κεκρημνισμενον.
30 (ROH) Potom riekol Eliáš všetkému ľudu: Pristúpte ku mne! A pristúpil k nemu všetok ľud. A opravil oltár Hospodinov, ktorý bol zborený.

31 (GRM) Και ελαβεν ο Ηλιας δωδεκα λιθους, κατα τον αριθμον των φυλων των υιων Ιακωβ, προς τον οποιον ηλθεν ο λογος του Κυριου, λεγων, Ισραηλ θελει εισθαι το ονομα σου·
31 (ROH) A Eliáš vzal dvanásť kameňov podľa počtu pokolení synov Jakobových, ku ktorému sa bolo stalo slovo Hospodinovo povediac: Izrael bude tvoje meno.

32 (GRM) και ωκοδομησε τους λιθους θυσιαστηριον εις το ονομα του Κυριου· και εκαμεν αυλακα περι το θυσιαστηριον, χωρουσαν δυο μετρα σπορου.
32 (ROH) Z tých kameňov postavil oltár v mene Hospodinovom. A spravil jarok okolo oltára jako priestor dvoch satov semena.

33 (GRM) Και εστοιβασε τα ξυλα και διεμελισε τον μοσχον και επεθεσεν αυτον επι των ξυλων.
33 (ROH) Potom uložil drevo, posekal junca na kusy a pokládol na drevo.

34 (GRM) Και ειπε, Γεμισατε υδατος τεσσαρας υδριας και χυσατε επι το ολοκαυτωμα και επι τα ξυλα. Και ειπε, Δευτερωσατε· και εδευτερωσαν. Και ειπε, Τριττωσατε· και ετριττωσαν.
34 (ROH) A riekol: Naplňte štyri vedrá vodou a vylejte na zápalnú obeť a na drevo. A zase riekol: Urobte to po druhé. A urobili po druhé. A ešte riekol: Urobte to po tretie. A urobili po tretie,

35 (GRM) Και περιετρεχε το υδωρ περιξ του θυσιαστηριου· και η αυλαξ ετι εγεμισεν υδατος.
35 (ROH) takže tiekla voda okolo oltára. I jarok naplnil vodou.

36 (GRM) Και την ωραν της προσφορας επλησιασεν Ηλιας ο προφητης και ειπε, Κυριε, Θεε του Αβρααμ, του Ισαακ και του Ισραηλ, ας γεινη γνωστον σημερον, οτι συ εισαι Θεος εν τω Ισραηλ και εγω δουλος σου, και κατα τον λογον σου εκαμα παντα ταυτα τα πραγματα·
36 (ROH) A stalo sa o čase, keď sa obetuje obetný dar večerný, že pristúpil prorok Eliáš a riekol: Hospodine, Bože Abrahámov, Izákov a Izraelov, nech sa dnes pozná, že si ty Bôh Izraelovi, a ja že som tvoj služobník a že všetko toto učinil som tvojím slovom.

37 (GRM) επακουσον μου, Κυριε, επακουσον μου, δια να γνωριση ο λαος ουτος οτι συ Κυριος εισαι ο Θεος, και συ επεστρεψας την καρδιαν αυτων οπισω.
37 (ROH) Vyslyš ma, Hospodine, vyslyš ma, aby poznal tento ľud, že ty, Hospodine, si Bôh, a že si to ty, ktorý si obrátil jeho srdce nazpät.

38 (GRM) Τοτε επεσε πυρ παρα Κυριου και κατεφαγε το ολοκαυτωμα και τα ξυλα και τους λιθους και το χωμα, και εγλειψε το υδωρ το εν τη αυλακι.
38 (ROH) Vtedy padnul oheň Hospodinov a strávil zápalnú obeť i drevo i kamene i prach, i vodu, ktorá bola v jarku, slízal.

39 (GRM) Και οτε ειδε πας ο λαος, επεσον κατα προσωπον αυτων και ειπον, Ο Κυριος, αυτος ειναι ο Θεος· ο Κυριος, αυτος ειναι ο Θεος.
39 (ROH) Keď to uvidel všetok ľud, padli všetci na svoju tvár a povedali: Hospodin je Bôh! Hospodin je Bôh!

40 (GRM) Και ειπε προς αυτους ο Ηλιας, Πιασατε τους προφητας του Βααλ· μηδεις εξ αυτων ας μη διασωθη. Και επιασαν αυτους· και κατεβιβασεν αυτους ο Ηλιας εις τον χειμαρρον Κεισων και εσφαξεν αυτους εκει.
40 (ROH) A Eliáš im riekol: Pochytajte prorokov Bálových! Nech neujde niktorý z nich! A pochytali ich. A Eliáš ich odviedol dolu k potoku Kíšonu a tam ich pobil.

41 (GRM) Και ειπεν ο Ηλιας προς τον Αχααβ, Αναβα, φαγε και πιε. διοτι ειναι φωνη πληθους βροχης.
41 (ROH) Potom riekol Eliáš Achabovi: Iď hore, najedz sa a napi sa, lebo sa blíži hukot veľkého dažďa.

42 (GRM) Και ανεβη ο Αχααβ δια να φαγη και να πιη. Ο δε Ηλιας ανεβη εις την κορυφην του Καρμηλου και εκυψεν εις την γην και εβαλε το προσωπον αυτου αναμεσον των γονατων αυτου,
42 (ROH) A tak odišiel Achab hore, aby sa najedol a napil, a Eliáš odišiel hore na temeno Karmela, zohnul sa k zemi a položil svoju tvár medzi svoje kolená.

43 (GRM) και ειπε προς τον υπηρετην αυτου, Αναβα τωρα, βλεψον προς την θαλασσαν. Και ανεβη και εβλεψε και ειπε, Δεν ειναι ουδεν. Ο δε ειπεν, Υπαγε παλιν, εως επτακις.
43 (ROH) A povedal svojmu sluhovi: Nože vyjdi hore, podívaj sa smerom k moru! A išiel a podíval sa a povedal: Nieto ničoho. Na to mu riekol: Iď a navráť sa, sedemkrát.

44 (GRM) Και την εβδομην φοραν ειπεν, Ιδου, νεφος μικρον, ως παλαμη ανθρωπου, αναβαινει εκ της θαλασσης. Και ειπεν, Αναβα, ειπε προς τον Αχααβ, Ζευξον την αμαξαν σου, και καταβα, δια να μη σε εμποδιση η βροχη.
44 (ROH) A stalo sa po siedme, že povedal: Hľa, obláčik ako dlaň človeka vystupuje od mora. Vtedy mu riekol: Iď hore, povedz Achabovi: Zapriahni do voza a sídi dolu, aby ťa nezadržal dážď.

45 (GRM) Και εν τω μεταξυ ο ουρανος συνεσκοτασεν εκ νεφων και ανεμου, και εγεινε βροχη μεγαλη. Και ανεβη ο Αχααβ εις την αμαξαν αυτου και υπηγεν εις Ιεζραελ.
45 (ROH) A stalo sa po malej chvíli, že sa nebesia začiernily oblakmi a vetrom, z čoho bol veľký dážď. A Achab vysadol na voz a išiel do Jizreela.

46 (GRM) Και χειρ Κυριου εσταθη επι τον Ηλιαν· και συνεσφιγξε την οσφυν αυτου και ετρεχεν εμπροσθεν του Αχααβ εως της εισοδου της Ιεζραελ.
46 (ROH) A ruka Hospodinova bola s Eliášom, ktorý podpášuc svoje bedrá bežal pred Achabom až potiaľ, kde už vchádzaš do Jizreela.


1Kr 18, 1-46





Verš 17
Και ως ειδεν ο Αχααβ τον Ηλιαν, ειπε προς αυτον ο Αχααβ, Συ εισαι ο διαταραττων τον Ισραηλ;
Am 7:10 - Τοτε ο Αμασιας ο ιερευς της Βαιθηλ εξαπεστειλε προς Ιεροβοαμ τον βασιλεα του Ισραηλ, λεγων, Ο Αμως συνωμοσεν εναντιον σου εν μεσω του οικου Ισραηλ· ο τοπος δεν δυναται να υποφερη παντας τους λογους αυτου·

Verš 36
Και την ωραν της προσφορας επλησιασεν Ηλιας ο προφητης και ειπε, Κυριε, Θεε του Αβρααμ, του Ισαακ και του Ισραηλ, ας γεινη γνωστον σημερον, οτι συ εισαι Θεος εν τω Ισραηλ και εγω δουλος σου, και κατα τον λογον σου εκαμα παντα ταυτα τα πραγματα·
Ex 3:6 - Και ειπε προς αυτον, Εγω ειμαι ο Θεος του πατρος σου, ο Θεος του Αβρααμ, ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ. Εκρυψε δε το προσωπον αυτου ο Μωυσης· διοτι εφοβειτο να εμβλεψη εις τον Θεον.
Mt 22:32 - Εγω ειμαι ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ; δεν ειναι ο Θεος νεκρων, αλλα ζωντων.
Mk 12:26 - Περι δε των νεκρων οτι ανιστανται, δεν ανεγνωσατε εν τη βιβλω του Μωυσεως, πως ειπε προς αυτον ο Θεος επι της βατου, λεγων, Εγω ειμαι ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ;
Lk 20:37 - Οτι δε εγειρονται οι νεκροι, και ο Μωυσης εφανερωσεν επι της βατου, οτε λεγει Κυριον τον Θεον του Αβρααμ και τον Θεον του Ισαακ και τον Θεον του Ιακωβ.
Sk 7:32 - Εγω ειμαι ο Θεος των πατερων σου, ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ. Εντρομος δε γενομενος ο Μωυσης, δεν ετολμα να παρατηρηση.

Verš 21
Και προσηλθεν ο Ηλιας προς παντα τον λαον και ειπεν, Εως ποτε χωλαινετε μεταξυ δυο φρονηματων; εαν ο Κυριος ηναι Θεος, ακολουθειτε αυτον· αλλ' εαν ο Βααλ, ακολουθειτε τουτον. Και ο λαος δεν απεκριθη προς αυτον λογον.
Joz 24:15 - Αλλ' εαν δεν αρεσκη εις εσας να λατρευητε τον Κυριον, εκλεξατε σημερον ποιον θελετε να λατρευητε· η τους θεους, τους οποιους ελατρευσαν οι πατερες σας περαν του ποταμου, η τους θεους των Αμορραιων, εις των οποιων την γην κατοικειτε· εγω ομως και ο οικος μου θελομεν λατρευει τον Κυριον.

Verš 31
Και ελαβεν ο Ηλιας δωδεκα λιθους, κατα τον αριθμον των φυλων των υιων Ιακωβ, προς τον οποιον ηλθεν ο λογος του Κυριου, λεγων, Ισραηλ θελει εισθαι το ονομα σου·
Joz 4:5 - και ειπε προς αυτους ο Ιησους, διαβητε εμπροσθεν της κιβωτου Κυριου του Θεου σας εν τω μεσω του Ιορδανου, και σηκωσατε εκαστος απο σας ενα λιθον επι τους ωμους αυτου, κατα τον αριθμον των φυλων των υιων Ισραηλ·
Joz 4:20 - Και τους δωδεκα εκεινους λιθους, τους οποιους ελαβον εκ του Ιορδανου, εστησεν ο Ιησους εν Γαλγαλοις.
Gn 32:28 - Και εκεινος ειπε, Δεν θελει καλεσθη πλεον το ονομα σου Ιακωβ, αλλα Ισραηλ· διοτι ενισχυσας μετα Θεου, και μετα ανθρωπων θελεις εισθαι δυνατος.
2Kr 17:34 - Εως της ημερας ταυτης καμνουσι κατα τους προτερους τροπους· δεν φοβουνται τον Κυριον και δεν πραττουσι κατα τα διαταγματα αυτων και κατα τας κρισεις αυτων και κατα τον νομον και την εντολην, την οποιαν προσεταξεν ο Κυριος εις τους υιους Ιακωβ, τον οποιον ωνομασεν Ισραηλ·

1Kr 18,18 - O báloch pozri pozn. k 1 Sam 7,3-4.

1Kr 18,19 - Karmel (= záhrada) sa volá dnes Džébel Karmel alebo Džébel Mar Elias. Udalosť, o ktorej bude reč, sa odohrala na karmelskom pahorku dnes zvanom el-Muhraka (pálenište).

1Kr 18,29 - Tu sa myslí na obetu večernú Ex 12,6; 29,38-39; Nm 28,4.

1Kr 18,32 - Miera na tekutiny zvaná sea obsahovala 12 litrov.

1Kr 18,37 - Rozumej: Boh ich zázrakom, ktorý Eliáš prosí, odvráti od modiel a privedie k sebe.

1Kr 18,40 - Potok Kišon je dnešný Nahr el-Mukatta. Ústi severozápadne od Karmelu, pri Haife, do zátoky Akko. - Bálovi proroci boli modloslužobníci a na modlárstvo bol stanovený trest smrti; Dt 13,1-11.

1Kr 18,42 - Eliáš sa modlil hlboko sklonený.

1Kr 18,43 - So LXX lepšie je čítať: "Vráť sa!" A sluha sa vrátil sedem ráz.

1Kr 18,46 - Pri chôdzi si musel podpásať dlhý šat, aby mu neprekážal. Z úcty ku kráľovi beží Eliáš pred jeho vozom.