výhody registrácie

1. kniha kráľov

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

1Kr 13, 1-34

1 (GRM) Και ιδου, ηλθεν ανθρωπος του Θεου εξ Ιουδα εις Βαιθηλ με λογον του Κυριου· ο δε Ιεροβοαμ ιστατο επι του θυσιαστηριου, δια να θυμιαση.
1 (ROH) A hľa, v tom prišiel muž Boží z Judska so slovom Hospodinovým do Bét-ela, keď práve stál Jeroboám nad oltárom, aby kadil.

2 (GRM) Και εφωνησε προς το θυσιαστηριον με λογον του Κυριου, και ειπε, Θυσιαστηριον, θυσιαστηριον, ουτω λεγει Κυριος· Ιδου, υιος θελει γεννηθη εις τον οικον του Δαβιδ, Ιωσιας το ονομα αυτου, και θελει θυσιασει επι σε τους ιερεις των υψηλων τοπων, τους θυμιαζοντας επι σε, και οστα ανθρωπων θελουσι καυθη επι σε.
2 (ROH) A zavolal proti oltáru slovom Hospodinovým a riekol: Oltáru, oltáru, takto hovorí Hospodin: Hľa, syn sa narodí domu Dávidovmu, ktorému bude meno Joziáš, ktorý bude obetovať na tebe kňazov výšin, ktorí kadia na tebe kadivo, i ľudské kosti budú páliť na tebe.

3 (GRM) Και εδωκε σημειον την αυτην ημεραν, λεγων, Τουτο ειναι το σημειον, το οποιον ελαλησεν ο Κυριος· Ιδου, το θυσιαστηριον θελει διασχισθη, και η στακτη η επ' αυτου θελει εκχυθη.
3 (ROH) A dal i znamenie toho istého dňa povediac: Toto je znamenie, že Hospodin hovoril skrze mňa: Hľa, oltár sa roztrhne, a vysype sa popol, ktorý je na ňom.

4 (GRM) Και οτε ηκουσεν ο βασιλευς Ιεροβοαμ τον λογον του ανθρωπου του Θεου, τον οποιον εφωνησε προς το θυσιαστηριον εν Βαιθηλ, εξετεινε την χειρα αυτου απο του θυσιαστηριου, λεγων, Συλλαβετε αυτον. Και εξηρανθη η χειρ αυτου, την οποιαν εξετεινεν επ' αυτον, ωστε δεν ηδυνηθη να επιστρεψη αυτην προς εαυτον.
4 (ROH) A stalo sa, keď počul kráľ slovo muža Božieho, ktoré volal proti oltáru v Bét-ele, že Jeroboám vystrel svoju ruku sponad oltára a povedal: Chyťte ho! Ale uschla jeho ruka, ktorú vystrel proti nemu, a nemohol ju zase stiahnuť k sebe.

5 (GRM) Και διεσχισθη το θυσιαστηριον και εξεχυθη η στακτη απο του θυσιαστηριου, κατα το σημειον το οποιον εδωκεν ο ανθρωπος του Θεου δια του λογου του Κυριου.
5 (ROH) A oltár sa roztrhol, a vysypal sa popol z oltára podľa znamenia, ktoré dal muž Boží slovom Hospodinovým.

6 (GRM) Και απεκριθη ο βασιλευς και ειπε προς τον ανθρωπον του Θεου, Δεηθητι, παρακαλω, Κυριου του Θεου σου και προσευχηθητι υπερ εμου, δια να επιστρεψη η χειρ μου προς εμε. Και εδεηθη ο ανθρωπος του Θεου προς τον Κυριον, και επεστρεψεν η χειρ του βασιλεως προς αυτον και αποκατεσταθη ως το προτερον.
6 (ROH) Vtedy odpovedal kráľ a riekol mužovi Božiemu: Upokoj, prosím, tvár Hospodina, svojho Boha, a modli sa za mňa, aby sa zase vrátila moja ruka ku mne. A tak modliac sa upokojil muž Boží tvár Hospodinovu, a ruka kráľova sa vrátila k nemu a bola jako predtým.

7 (GRM) Και ειπεν ο βασιλευς προς τον ανθρωπον του Θεου, Εισελθε μετ' εμου εις τον οικον και λαβε τροφην, και θελω σοι δωσει δωρα.
7 (ROH) Potom hovoril kráľ mužovi Božiemu: Poď so mnou do domu a posilni sa pokrmom, a dám ti dar.

8 (GRM) Αλλ' ο ανθρωπος του Θεου ειπε προς τον βασιλεα, Το ημισυ του οικου σου αν μοι δωσης, δεν θελω εισελθει μετα σου· ουδε θελω φαγει αρτον ουδε θελω πιει υδωρ εν τω τοπω τουτω·
8 (ROH) Ale muž Boží povedal kráľovi: Ani keby si mi dal polovicu svojho domu, nevošiel by som s tebou ani by som nejedol chleba ani by som nepil vody na tomto mieste.

9 (GRM) διοτι ουτως ειναι προστεταγμενον εις εμε δια του λογου του Κυριου, λεγοντος, Μη φαγης αρτον και μη πιης υδωρ και μη επιστρεψης δια της οδου, δια της οποιας ηλθες.
9 (ROH) Lebo tak mi prikázal slovom Hospodinovým povediac: Nebudeš jesť chleba ani nebudeš piť vody ani sa nevrátiš cestou, ktorou si ta išiel.

10 (GRM) Και ανεχωρησε δι' αλλης οδου και δεν επεστρεψε δια της οδου, δια της οποιας ηλθεν εις Βαιθηλ.
10 (ROH) A tak odišiel inou cestou a nevrátil sa cestou, ktorou bol prišiel do Bét-ela.

11 (GRM) Κατωκει δε εν Βαιθηλ γερων τις προφητης· και ηλθον οι υιοι αυτου και διηγηθησαν προς αυτον παντα τα εργα, τα οποια εκαμεν ο ανθρωπος του Θεου την ημεραν εκεινην εν Βαιθηλ· διηγηθησαν δε προς τον πατερα αυτων και τους λογους, τους οποιους ελαλησε προς τον βασιλεα.
11 (ROH) Ale býval v Bét-ele nejaký starý prorok, ktorého syn prišiel a rozprával mu všetko to, čo učinil muž Boží toho dňa v Bét-ele, i slová, ktoré hovoril kráľovi, a porozprával ich svojmu otcovi.

12 (GRM) Και ειπε προς αυτους ο πατηρ αυτων, Δια τινος οδου ανεχωρησεν; ειχον δε ιδει οι υιοι αυτου δια τινος οδου ανεχωρησεν ο ανθρωπος του Θεου ο ελθων εξ Ιουδα.
12 (ROH) A ich otec im hovoril: Kde ktorou cestou išiel? A jeho synovia videli cestu, ktorou išiel muž Boží, ktorý to bol prišiel z Judska.

13 (GRM) Και ειπε προς τους υιους αυτου, Ετοιμασατε μοι την ονον. Και ητοιμασαν εις αυτον την ονον· και εκαθησεν επ' αυτην,
13 (ROH) Vtedy povedal svojim synom: Osedlajte mi osla, a osedlali mu osla, a sadol na neho.

14 (GRM) και υπηγε κατοπιν του ανθρωπου του Θεου και ευρηκεν αυτον καθημενον υπο δρυν· και ειπε προς αυτον, συ εισαι ο ανθρωπος του Θεου ο ελθων εξ Ιουδα; Ο δε ειπεν, Εγω.
14 (ROH) A išiel za mužom Božím a našiel ho sedieť pod tým dubom a riekol mu: Či si to ty ten muž Boží, ktorý prišiel z Judska? A on odpovedal: Som.

15 (GRM) Και ειπε προς αυτον, Ελθε μετ' εμου εις την οικιαν και φαγε αρτον.
15 (ROH) A riekol mu: Poď so mnou do domu a pojedz chlieb.

16 (GRM) Ο δε ειπε, Δεν δυναμαι να επιστρεψω μετα σου ουδε να ελθω μετα σου· ουδε θελω φαγει αρτον ουδε θελω πιει υδωρ μετα σου εν τω τοπω τουτω·
16 (ROH) Ale on povedal: Nemôžem sa vrátiť s tebou a vojsť s tebou ani nebudem jesť chleba ani nebudem piť u teba vody na tomto mieste.

17 (GRM) διοτι ελαληθη προς εμε δια του λογου του Κυριου, Μη φαγης αρτον μηδε πιης υδωρ εκει, μηδε επιστρεψης υπαγων δια της οδου δια της οποιας ηλθες.
17 (ROH) Lebo mám prikázané slovom Hospodinovým: Nebudeš jesť chleba ani tam nebudeš piť vody, nevrátiš sa tak, aby si išiel cestou, ktorou si ta išiel.

18 (GRM) Ειπε δε προς αυτον, Και εγω προφητης ειμαι, καθως συ· και αγγελος ελαλησε προς εμε δια του λογου του Κυριου, λεγων, Επιστρεψον αυτον μετα σου εις την οικιαν σου, δια να φαγη αρτον και να πιη υδωρ. Εψευσθη δε προς αυτον.
18 (ROH) Na to mu riekol: I ja som prorok ako ty, a anjel mi hovoril slovom Hospodinovým a riekol: Vráť ho so sebou do svojho domu, aby pojedol chlieb a napil sa vody. Luhal mu.

19 (GRM) Και επεστρεψε μετ' αυτου και εφαγεν αρτον εν τω οικω αυτου και επιεν υδωρ.
19 (ROH) A vrátil sa s ním a jedol chlieb v jeho dome a pil vodu.

20 (GRM) Και ενω εκαθηντο εις την τραπεζαν, ηλθεν ο λογος του Κυριου προς τον προφητην τον επιστρεψαντα αυτον·
20 (ROH) A stalo sa, keď oni sedeli za stolom, že sa stalo slovo Hospodinovo k prorokovi, ktorý ho vrátil,

21 (GRM) και εφωνησε προς τον ανθρωπον του Θεου τον ελθοντα εξ Ιουδα, λεγων, Ουτω λεγει Κυριος. Επειδη παρηκουσας της φωνης του Κυριου και δεν εφυλαξας την εντολην, την οποιαν Κυριος ο Θεος σου προσεταξεν εις σε,
21 (ROH) a zavolal na muža Božieho, ktorý prišiel z Judska, a riekol: Takto hovorí Hospodin: Preto, že si učinil na odpor tomu, čo povedaly ústa Hospodinove, a neostríhal si prikázania, ktoré ti prikázal Hospodin, tvoj Bôh,

22 (GRM) αλλ' επεστρεψας και εφαγες αρτον και επιες υδωρ εν τω τοπω, περι του οποιου ειπε προς σε, Μη φαγης αρτον μηδε πιης υδωρ· το σωμα σου δεν θελει εισελθει εις τον ταφον των πατερων σου.
22 (ROH) ale si sa vrátil a jedol si chlieb a pil si vodu na mieste, o ktorom ti hovoril: Nejedz tam chleba ani nepi vody, nevojde tvoje mŕtve telo do hrobu tvojich otcov.

23 (GRM) Και αφου εφαγεν αρτον και αφου επιεν, ητοιμασεν εκεινος την ονον εις αυτον, εις τον προφητην τον οποιον επεστρεψε.
23 (ROH) A stalo sa, keď zjedol chlieb a keď vypil, že mu osedlal osla, prorokovi, ktorého bol vrátil.

24 (GRM) Και ανεχωρησεν· ευρε δε αυτον λεων καθ' οδον και εθανατωσεν αυτον· και το σωμα αυτου ητο ερριμμενον εν τη οδω· η δε ονος ιστατο πλησιον αυτου και ο λεων ιστατο πλησιον του σωματος.
24 (ROH) A išiel, a našiel ho lev na ceste a usmrtil ho, a jeho mŕtve telo bolo povrhnuté na ceste, a osol stál vedľa neho, i lev stál vedľa mŕtvoly.

25 (GRM) Και ιδου, ανδρες διαβαινοντες ειδον το σωμα ερριμμενον εν τη οδω και τον λεοντα ισταμενον πλησιον του σωματος· και ελθοντες απηγγειλαν τουτο εν τη πολει, οπου κατωκει ο προφητης ο γερων.
25 (ROH) A hľa, nejakí mužovia išli tade a videli mŕtvolu, povrhnutú na ceste, i ľva stáť vedľa mŕtvoly, a prijdúc hovorili to v meste, v ktorom býval ten starý prorok.

26 (GRM) Και οτε ηκουσεν ο προφητης ο επιστρεψας αυτον εκ της οδου, ειπεν, Ουτος ειναι ο ανθρωπος του Θεου, οστις παρηκουσε της φωνης του Κυριου· δια τουτο παρεδωκεν αυτον ο Κυριος εις τον λεοντα, και διεσπαραξεν αυτον και εθανατωσεν αυτον, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησε προς αυτον.
26 (ROH) Keď to počul prorok, ktorý ho to bol vrátil s cesty, povedal: To je ten muž Boží, ktorý sa sprotivil ústam Hospodinovým; preto ho vydal Hospodin ľvovi, a dolámal ho a usmrtil ho podľa slova Hospodinovho, ktoré mu hovoril.

27 (GRM) Και ελαλησε προς τους υιους αυτου, λεγων, Στρωσατε εις εμε την ονον. Και εστρωσαν.
27 (ROH) Potom hovoril svojim synom a riekol: Osedlajte mi osla. A osedlali.

28 (GRM) Και υπηγε και ευρηκε το σωμα αυτου ερριμμενον εν τη οδω, και την ονον και τον λεοντα ισταμενους πλησιον του σωματος· ο λεων δεν εφαγε το σωμα ουδε διεσπαραξε την ονον.
28 (ROH) A odíduc našiel jeho mŕtvolu. povrhnutú na ceste, a osla a ľva stáť vedľa mŕtvoly. Lev nezožral mŕtvoly ani neskrúšil osla.

29 (GRM) Και εσηκωσεν ο προφητης το σωμα του ανθρωπου του Θεου, και επεθεσεν αυτο επι την ονον, και ανεφερεν αυτον· και ηλθεν εις την πολιν ο προφητης ο γερων, δια να πενθηση και να θαψη αυτον.
29 (ROH) Vtedy vzal prorok mŕtve telo muža Božieho, vyložil ho na osla a dopravil ho zpät. A tak vošiel starý prorok do mesta, aby smútil a aby ho pochoval.

30 (GRM) Και εθεσε το σωμα αυτου εν τω ταφω αυτου· και επενθησαν επ' αυτον, λεγοντες, Φευ αδελφε μου
30 (ROH) A položil jeho mŕtve telo do svojho hrobu, a smútil nad ním hovoriac: Jaj, môj brat!

31 (GRM) Και αφου εθαψεν αυτον, ελαλησε προς τους υιους αυτου, λεγων, Αφου αποθανω, θαψατε και εμε εν τω ταφω, οπου εταφη ο ανθρωπος του Θεου· θεσατε τα οστα μου πλησιον των οστεων αυτου·
31 (ROH) A stalo sa, keď už ho bol pochoval, že povedal svojim synom a riekol: Keď zomriem, pochovajte ma do hrobu, v ktorom je pochovaný muž Boží, vedľa jeho kostí položte moje kosti.

32 (GRM) διοτι θελει εξαπαντος εκτελεσθη το πραγμα, το οποιον εφωνησε δια του λογου του Κυριου κατα του θυσιαστηριου εν Βαιθηλ και κατα παντων των οικων των υψηλων τοπων, οιτινες ειναι εις τας πολεις της Σαμαρειας.
32 (ROH) Lebo istotne sa stane to, čo volal slovom Hospodinovým proti oltáru, ktorý je v Bét-ele, a proti všetkým domom výšin, ktoré sú v mestách Samárie.

33 (GRM) Μετα το πραγμα τουτο δεν επεστρεψεν ο Ιεροβοαμ εκ της οδου αυτου της κακης, αλλ' εκαμε παλιν εκ των εσχατων του λαου ιερεις των υψηλων τοπων· οστις ηθελε, καθιερονεν αυτον, και εγινετο ιερευς των υψηλων τοπων.
33 (ROH) Po tejto udalosti sa nevrátil Jeroboám so svojej zlej cesty, ale zase narobil kňazov výšin z najposlednejších z ľudu. Kto len chcel, každému naplnil ruku a tak ho vysvätil, a bol kňazom výšin.

34 (GRM) Και εγεινε το πραγμα τουτο αιτια αμαρτιας εις τον οικον του Ιεροβοαμ, ωστε να εξολοθρευση και να αφανιση αυτον απο προσωπου της γης.
34 (ROH) A tak to bolo touto vecou, že dom Jeroboámov hrešil, a to tak, aby bol vyplienený a zahladený s povrchu zeme.


1Kr 13, 1-34





Verš 32
διοτι θελει εξαπαντος εκτελεσθη το πραγμα, το οποιον εφωνησε δια του λογου του Κυριου κατα του θυσιαστηριου εν Βαιθηλ και κατα παντων των οικων των υψηλων τοπων, οιτινες ειναι εις τας πολεις της Σαμαρειας.
2Kr 23:16 - Οτε δε ο Ιωσιας εστραφη και ειδε τους ταφους τους εκει εν τω ορει, εστειλε και ελαβε τα οστα εκ των ταφων και κατεκαυσεν αυτα επι του θυσιαστηριου, και εβεβηλωσεν αυτο· κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον εκηρυξεν ο ανθρωπος του Θεου, ο λαλησας τους λογους τουτους.

Verš 33
Μετα το πραγμα τουτο δεν επεστρεψεν ο Ιεροβοαμ εκ της οδου αυτου της κακης, αλλ' εκαμε παλιν εκ των εσχατων του λαου ιερεις των υψηλων τοπων· οστις ηθελε, καθιερονεν αυτον, και εγινετο ιερευς των υψηλων τοπων.
1Kr 12:31 - Και εκαμεν οικους επι των υψηλων τοπων και εκαμεν ιερεις εκ των εσχατων του λαου, οιτινες δεν ησαν εκ των υιων Λευι.

Verš 2
Και εφωνησε προς το θυσιαστηριον με λογον του Κυριου, και ειπε, Θυσιαστηριον, θυσιαστηριον, ουτω λεγει Κυριος· Ιδου, υιος θελει γεννηθη εις τον οικον του Δαβιδ, Ιωσιας το ονομα αυτου, και θελει θυσιασει επι σε τους ιερεις των υψηλων τοπων, τους θυμιαζοντας επι σε, και οστα ανθρωπων θελουσι καυθη επι σε.
2Kr 23:15 - Και το θυσιαστηριον το εν Βαιθηλ και τον υψηλον τοπον, τον οποιον εκαμεν Ιεροβοαμ ο υιος του Ναβατ, οστις εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση, και εκεινο το θυσιαστηριον και τον υψηλον τοπον κατεχαλασε και κατεκαυσε τον υψηλον τοπον και ελεπτυνεν αυτα εις σκονην και το αλσος κατεκαυσεν.

Verš 6
Και απεκριθη ο βασιλευς και ειπε προς τον ανθρωπον του Θεου, Δεηθητι, παρακαλω, Κυριου του Θεου σου και προσευχηθητι υπερ εμου, δια να επιστρεψη η χειρ μου προς εμε. Και εδεηθη ο ανθρωπος του Θεου προς τον Κυριον, και επεστρεψεν η χειρ του βασιλεως προς αυτον και αποκατεσταθη ως το προτερον.
Ex 8:8 - Τοτε εκαλεσεν ο Φαραω τον Μωυσην και τον Ααρων και ειπε, Δεηθητε του Κυριου να σηκωση τους βατραχους απ' εμου και απο του λαου μου· και θελω εξαποστειλει τον λαον δια να θυσιασωσιν εις τον Κυριον.
Ex 9:28 - δεηθητε του Κυριου, ωστε να παυσωσι του να γινωνται βρονται Θεου και χαλαζα· και εγω θελω σας εξαποστειλει, και δεν θελετε μεινει πλεον.
Ex 10:17 - πλην τωρα συγχωρησατε μοι, παρακαλω, το αμαρτημα μου, μονον ταυτην την φοραν, και δεηθητε Κυριου του Θεου υμων δια να σηκωση απ' εμου τον θανατον τουτον μονον.
Nm 21:7 - Και ελθων ο λαος προς τον Μωυσην ειπον, Ημαρτησαμεν, διοτι ελαλησαμεν κατα του Κυριου και κατα σου· δεηθητι του Κυριου να σηκωση τους οφεις αφ' ημων. Και εδεηθη ο Μωυσης υπερ του λαου.
Sk 8:24 - Αποκριθεις δε ο Σιμων, ειπε· Δεηθητε σεις υπερ εμου προς τον Κυριον, δια να μη ελθη επ' εμε μηδεν εξ οσων ειπετε.

Verš 8
Αλλ' ο ανθρωπος του Θεου ειπε προς τον βασιλεα, Το ημισυ του οικου σου αν μοι δωσης, δεν θελω εισελθει μετα σου· ουδε θελω φαγει αρτον ουδε θελω πιει υδωρ εν τω τοπω τουτω·
Nm 22:18 - Και απεκριθη ο Βαλααμ και ειπε προς τους δουλους του Βαλακ, Και εαν μοι δωση ο Βαλακ την οικιαν αυτου πληρη αργυριου και χρυσιου, δεν δυναμαι να παραβω τον λογον Κυριου του Θεου μου, δια να καμω ολιγωτερον η περισσοτερον·

Verš 18
Ειπε δε προς αυτον, Και εγω προφητης ειμαι, καθως συ· και αγγελος ελαλησε προς εμε δια του λογου του Κυριου, λεγων, Επιστρεψον αυτον μετα σου εις την οικιαν σου, δια να φαγη αρτον και να πιη υδωρ. Εψευσθη δε προς αυτον.
Gal 1:8 - Αλλα και εαν ημεις η αγγελος εξ ουρανου σας κηρυττη αλλο ευαγγελιον παρα εκεινο, το οποιον σας εκηρυξαμεν, ας ηναι αναθεμα.

Verš 24
Και ανεχωρησεν· ευρε δε αυτον λεων καθ' οδον και εθανατωσεν αυτον· και το σωμα αυτου ητο ερριμμενον εν τη οδω· η δε ονος ιστατο πλησιον αυτου και ο λεων ιστατο πλησιον του σωματος.
1Kr 20:36 - Και ειπε προς αυτον, Επειδη δεν υπηκουσας της φωνης του Κυριου, ιδου, καθως αναχωρησης απ' εμου, λεων θελει σε θανατωσει. Και ως ανεχωρησεν απ' αυτου, ευρηκεν αυτον λεων και εθανατωσεν αυτον.

1Kr 13,2 - Ľudské kosti poškvrnia oltár. Splnenie proroctva pozri 2 Kr 23,16.

1Kr 13,18 - Prorok nehovoril pravdu. Aj medzi prorokmi sa mohli nájsť ľudia s chybami. Boh si vyvolil za nástroj niekedy aj ľudí s mravnými nedostatkami (Jonáš). Balám bol dokonca pohan a Boh ho predsa použil na oznámenie budúcnosti, Nm 24,17.

1Kr 13,22 - Pospolití ľudia aj dnes si žiadajú, aby ich mŕtve telo odpočívalo v blízkosti zomrelých pokrvných; u starých východniarov bola táto túžba oveľa väčšia, porov. Gn 47,30; 50,25.

1Kr 13,29 - Slová v zátvorkách nepatria do pôvodnej osnovy.

1Kr 13,33 - Pri posviacke za kňaza dávali vysväteným do rúk časť obetných darov, to volali "naplnenie rúk". Preto výraz "naplniť ruku" znamená: vysvätiť, ustanoviť za kňaza (Ex 28,4; 29,9.22).