výhody registrácie

2. kniha Samuelova

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

2Sam 21, 1-22

1 (GRM) Εγεινε δε πεινα εν ταις ημεραις του Δαβιδ τρια ετη κατα συνεχειαν· και ηρωτησεν ο Δαβιδ τον Κυριον· και ο Κυριος απεκριθη, Τουτο εγεινεν εξ αιτιας του Σαουλ και του φονικου οικου αυτου, διοτι εθανατωσε τους Γαβαωνιτας.
1 (ROH) A bol hlad za dní Dávidových tri roky, rok po roku. A Dávid hľadal tvár Hospodinovu. A Hospodin riekol: Je to pre Saula a pre jeho dom krvi, pretože pobil Gibeoňanov.

2 (GRM) Και εκαλεσεν ο βασιλευς τους Γαβαωνιτας και ειπε προς αυτους· οι δε Γαβαωνιται δεν ησαν των υιων Ισραηλ, αλλ' εκ των εναπολειφθεντων Αμορραιων· και οι υιοι Ισραηλ ειχον ομοσει προς αυτους· ο δε Σαουλ εζητησε να θανατωση αυτους απο του ζηλου αυτου προς τους υιους Ισραηλ και Ιουδα.
2 (ROH) Vtedy povolal kráľ Gibeoňanov a riekol im o tom: A Gibeoňania neboli zo synov Izraelových, ale z ostatku Amorejov, a synovia Izraelovi im prisahali. Ale Saul hľadal ich pobiť vo svojej horlivosti za synov Izraelových a za Júdu.

3 (GRM) Ο Δαβιδ λοιπον ειπε προς τους Γαβαωνιτας, Τι θελω καμει εις εσας; και με τι θελω καμει εξιλεωσιν, δια να ευλογησητε την κληρονομιαν του Κυριου;
3 (ROH) A tedy riekol Dávid Gibeoňanom: Čo vám urobím a čím smierim, aby ste dobrorečili dedičstvu Hospodinovmu?

4 (GRM) Οι δε Γαβαωνιται ειπον προς αυτον, Ημεις ουτε περι αργυριου ουτε περι χρυσιου εχομεν να καμωμεν μετα του Σαουλ η μετα του οικου αυτου· ουδε ζητουμεν να θανατωσης δια ημας ανθρωπον εκ του Ισραηλ. Και ειπεν, Ο, τι ειπητε, θελω καμει εις εσας.
4 (ROH) A Gibeoňania mu povedali: Nejde nám o striebro ani o zlato u Saula a u jeho domu ani nám nejde o to, aby sme niekoho zabili z Izraela. A tak povedal: Nuž čo tedy hovoríte, čo vám mám urobiť?

5 (GRM) Και απεκριθησαν προς τον βασιλεα, Του ανθρωπου, οστις ηφανισεν ημας και οστις εμηχανευθη να εξολοθρευση ημας, ωστε να μη υπαρχωμεν εις ουδεν εκ των οριων του Ισραηλ,
5 (ROH) Na to odpovedali kráľovi: Ide nám o muža, ktorý nás ničil a ktorý myslel proti nám to, aby sme boli vyhladení tak, aby sme neobstáli nikde v niktorom kraji Izraelovom.

6 (GRM) ας παραδοθωσιν εις ημας επτα ανθρωποι εκ των υιων αυτου, και θελομεν κρεμασει αυτους προς τον Κυριον εν Γαβαα του Σαουλ, του εκλεκτου του Κυριου. Και ειπεν ο βασιλευς, Εγω θελω παραδωσει αυτους.
6 (ROH) Nech sú nám vydaní siedmi mužovia z jeho synov, a obesíme ich Hospodinovi v Gibei Saula, vyvoleného Izraelovho. A kráľ povedal: Ja dám.

7 (GRM) Τον Μεμφιβοσθε ομως, τον υιον του Ιωναθαν, υιου του Σαουλ, εφεισθη ο βασιλευς, δια τον ορκον του Κυριου τον μεταξυ αυτων, μεταξυ του Δαβιδ και Ιωναθαν υιου του Σαουλ.
7 (ROH) Ale kráľ sa zľutoval nad Mefibóšetom, synom Jonatánovým, synom Saulovým, pre prísahu Hospodinovu, ktorá bola medzi nimi, medzi Dávidom a medzi Jonatánom, synom Saulovým.

8 (GRM) Ελαβε δε ο βασιλευς τους δυο υιους της Ρεσφα, θυγατρος του Αια, τους οποιους εγεννησεν εις τον Σαουλ, τον Αρμονει και Μεμφιβοσθε· και τους πεντε υιους της Μιχαλ, θυγατρος του Σαουλ, τους οποιους εγεννησεν εις τον Αδριηλ, υιον του Βαρζελλαι του Μεωλαθιτου·
8 (ROH) A kráľ vzal dvoch synov Ricpy, dcéry Ajju, ktorých porodila Saulovi, Armoniho a Mefibóšeta, a piatich synov sestry Míchali, dcéry Saulovej, ktorých porodila Adrialovi, synovi Barzillaja Mecholatského.

9 (GRM) και παρεδωκεν αυτους εις τας χειρας των Γαβαωνιτων, και εκρεμασαν αυτους εις τον λοφον ενωπιον του Κυριου· και επεσον ομου και οι επτα και εθανατωθησαν εν ταις ημεραις του θερισμου, εν ταις πρωταις, κατα την αρχην του θερισμου των κριθων.
9 (ROH) A oddal ich do ruky Gibeoňanov, ktorí ich povesili na vrchu pred Hospodinom. A tak padli všetci siedmi spolu. A boli zabití vo dňoch žatvy na začiatku žne jačmeňa.

10 (GRM) Η δε Ρεσφα, η θυγατηρ του Αια, ελαβε σακκον και εστρωσεν αυτον εις εαυτην επι τον βραχον, απο της αρχης του θερισμου εωσου εσταξεν επ' αυτων υδωρ εκ του ουρανου, και δεν αφινεν ουτε τα πετεινα του ουρανου να καθισωσιν επ' αυτων την ημεραν ουτε τα θηρια του αγρου την νυκτα.
10 (ROH) A Ricpa, dcéra Ajjova, vzala vrecovinu a prestrela si ju na skalu a bola tam od počiatku žatvy až dokiaľ sa nerozlialy na nich vody s neba, a nedala nebeským vtákom, aby sadly na nich vodne, ani poľnej zveri vnoci.

11 (GRM) Και ανηγγελθη προς τον Δαβιδ τι εκαμεν η Ρεσφα, η θυγατηρ του Αια, παλλακη του Σαουλ.
11 (ROH) A keď sa oznámilo Dávidovi, čo urobila Ricpa, dcéra Ajjova, ženina Saulova,

12 (GRM) Και υπηγεν ο Δαβιδ και ελαβε τα οστα του Σαουλ και τα οστα του Ιωναθαν του υιου αυτου, παρα των ανδρων της Ιαβεις-γαλααδ, οιτινες ειχον κλεψει αυτα εκ της πλατειας Βαιθ-σαν, οπου οι Φιλισταιοι εκρεμασαν αυτους, καθ' ην ημεραν οι Φιλισταιοι εθανατωσαν τον Σαουλ εν Γελβουε·
12 (ROH) odišiel Dávid a vzal kosti Saulove i kosti Jonatánove, jeho synove, od občanov Jabeš-gileáda, ktorí ich boli ukradli s ulice Bét-šana, kde ich boli povesili Filištíni v deň, v ktorý zabili Filištíni Saula v Gilboe,

13 (GRM) και ανεβιβασεν εκειθεν τα οστα του Σαουλ και τα οστα Ιωναθαν του υιου αυτου· και εσυναξαν τα οστα των κρεμασθεντων.
13 (ROH) a tedy dal doniesť odtiaľ hore kosti Saulove i kosti Jonatánove, jeho synove, a sobrali aj kosti tých povesených.

14 (GRM) Και εθαψαν τα οστα του Σαουλ και Ιωναθαν του υιου αυτου εν γη Βενιαμιν εν Σηλα, εν τω ταφω του Κεις, του πατρος αυτου· και εκαμον παντα οσα προσεταξεν ο βασιλευς. Και μετα ταυτα εξιλεωθη ο Θεος προς την γην.
14 (ROH) A tak pochovali kosti Saulove i Jonatánove, jeho synove, v zemi Benjaminovej v Céle, v hrobe Kíša, jeho otca. A učinili všetko, čo prikázal kráľ. A potom už sa dal Bôh uprosiť zemi.

15 (GRM) Εγεινε δε παλιν πολεμος των Φιλισταιων μετα του Ισραηλ· και κατεβη ο Δαβιδ και οι δουλοι αυτου μετ' αυτου και επολεμησαν εναντιον των Φιλισταιων, και απεκαμεν ο Δαβιδ.
15 (ROH) Potom mali Filištíni zase vojnu s Izraelom. A tak sišiel Dávid i jeho služobníci s ním. A keď bojovali s Filištínmi, ustal Dávid.

16 (GRM) Ο δε Ισβι-βενωβ, ο εκ των τεκνων του Ραφα, του οποιου της λογχης το βαρος ητο τριακοσιοι σικλοι χαλκου, οστις ητο περιεζωσμενος ρομφαιαν νεαν, εσκοπευε να θανατωση τον Δαβιδ.
16 (ROH) A Jišbi-benob, ktorý bol z detí obra Rafu, ktorého kopije hrot vážil tristo šeklov medi, a ktorý mal opásaný nový meč, povedal, že zabiť Dávida.

17 (GRM) Εβοηθησεν ομως αυτον Αβισαι, ο υιος της Σερουιας, και επαταξε τον Φιλισταιον και εθανατωσεν αυτον. Τοτε οι ανδρες του Δαβιδ ωμοσαν προς αυτον, λεγοντες, Δεν θελεις εξελθει πλεον μεθ' ημων εις πολεμον, δια να μη σβεσης τον λυχνον του Ισραηλ.
17 (ROH) Ale mu pomohol Abišaj, syn Ceruje, ktorý uderiac Filištína zabil ho. Vtedy prisahali mužovia Dávidovi jemu a riekli: Nepojdeš viacej s nami von do boja, aby si nevyhasil sviece Izraelovej.

18 (GRM) Μετα δε ταυτα εγεινε παλιν πολεμος μετα των Φιλισταιων εν Γωβ, εν τω οποιω Σιββεχαι ο Χουσαθιτης εθανατωσε τον Σαφ, οστις ητο εκ των τεκνων του Ραφα·
18 (ROH) A potom sa stalo, že zase bola vojna v Gobe s Filištínmi. Vtedy zabil Sibbechaj Chušatský Safa, ktorý bol tiež z detí Rafu.

19 (GRM) Και παλιν εγεινε πολεμος εν Γωβ μετα των Φιλισταιων, και ο Ελχαναν ο υιος του Ιαρε-ορεγειμ, Βηθλεεμιτης, εθανατωσε τον αδελφον του Γολιαθ του Γετθαιου, και το ξυλον της λογχης αυτου ητο ως αντιον υφαντου.
19 (ROH) A zase bola vojna v Gobe s Filištínmi, a vtedy zabil Elchanán, syn Jare-oregíma, Betlehemský, brata Goliáša Gitťanského, ktorého drevo jeho kopije bolo jako tkáčsky návoj.

20 (GRM) Εγεινεν ετι πολεμος εν Γαθ, και ητο ανηρ υπερμεγεθης, και οι δακτυλοι των χειρων αυτου και οι δακτυλοι των ποδων αυτου ησαν εξ και εξ, εικοσιτεσσαρες τον αριθμον· και ουτος ετι ητο εκ της γενεας του Ραφα.
20 (ROH) A zase bola vojna v Gáte. A bol tam muž veľkej postavy, ktorý mal po šiestich prstoch na svojich rukách i na svojich nohách, počtom dovedna dvadsaťštyri. I ten sa narodil tomu Rafovi.

21 (GRM) Και ωνειδισε τον Ισραηλ· και Ιωναθαν ο υιος του Σαμαα, αδελφου του Δαβιδ, επαταξεν αυτον.
21 (ROH) A keď hanil Izraela, zabil ho Jonatán, syn Šammu, brata Dávidovho.

22 (GRM) Οι τεσσαρες ουτοι εγεννηθησαν εις τον Ραφα εν Γαθ, και επεσον δια χειρος του Δαβιδ και δια χειρος των δουλων αυτου.
22 (ROH) Tí štyria sa narodili Rafovi v Gáte, a padli od ruky Dávidovej a od ruky jeho služobníkov.


2Sam 21, 1-22





Verš 2
Και εκαλεσεν ο βασιλευς τους Γαβαωνιτας και ειπε προς αυτους· οι δε Γαβαωνιται δεν ησαν των υιων Ισραηλ, αλλ' εκ των εναπολειφθεντων Αμορραιων· και οι υιοι Ισραηλ ειχον ομοσει προς αυτους· ο δε Σαουλ εζητησε να θανατωση αυτους απο του ζηλου αυτου προς τους υιους Ισραηλ και Ιουδα.
Joz 9:19 - Παντες ομως οι αρχοντες ειπον προς πασαν την συναγωγην, Ημεις ωμοσαμεν προς αυτους τον Κυριον τον Θεον του Ισραηλ· τωρα λοιπον δεν δυναμεθα να εγγισωμεν αυτους·

Verš 12
Και υπηγεν ο Δαβιδ και ελαβε τα οστα του Σαουλ και τα οστα του Ιωναθαν του υιου αυτου, παρα των ανδρων της Ιαβεις-γαλααδ, οιτινες ειχον κλεψει αυτα εκ της πλατειας Βαιθ-σαν, οπου οι Φιλισταιοι εκρεμασαν αυτους, καθ' ην ημεραν οι Φιλισταιοι εθανατωσαν τον Σαουλ εν Γελβουε·
1Sam 31:10 - Και ανεθεσαν τα οπλα αυτου εις τον οικον της Ασταρωθ, και εκρεμασαν το σωμα αυτου εις το τειχος Βαιθ-σαν.

Verš 18
Μετα δε ταυτα εγεινε παλιν πολεμος μετα των Φιλισταιων εν Γωβ, εν τω οποιω Σιββεχαι ο Χουσαθιτης εθανατωσε τον Σαφ, οστις ητο εκ των τεκνων του Ραφα·
1Krn 20:4 - Μετα δε ταυτα συνεκροτηθη πολεμος εν Γεζερ μετα των Φιλισταιων· τοτε επαταξεν ο Σιββεχαι ο Χουσαθιτης τον Σιφφαι, εκ των τεκνων του Ραφα· και κατετροπωθησαν.

Verš 7
Τον Μεμφιβοσθε ομως, τον υιον του Ιωναθαν, υιου του Σαουλ, εφεισθη ο βασιλευς, δια τον ορκον του Κυριου τον μεταξυ αυτων, μεταξυ του Δαβιδ και Ιωναθαν υιου του Σαουλ.
1Sam 18:3 - Τοτε ο Ιωναθαν εκαμε συνθηκην μετα του Δαβιδ· διοτι ηγαπα αυτον ως την ιδιαν αυτου ψυχην.
1Sam 20:15 - αλλα και δεν θελεις αποκοψει το ελεος σου απο του οικου μου εις τον αιωνα· ουχι, ουδε οταν ο Κυριος αφανιση τους εχθρους του Δαβιδ εκαστον απο προσωπου της γης.
1Sam 20:42 - Και ειπεν ο Ιωναθαν προς τον Δαβιδ, Υπαγε εν ειρηνη, καθως ωμοσαμεν ημεις αμφοτεροι εις το ονομα του Κυριου, λεγοντες, Ο Κυριος ας ηναι μεταξυ εμου και σου, και μεταξυ του σπερματος μου και του σπερματος σου εις τον αιωνα. Και εσηκωθη και ανεχωρησεν· ο δε Ιωναθαν εισηλθεν εις την πολιν.
1Sam 23:18 - Και εκαμον αμφοτεροι συνθηκην ενωπιον του Κυριου· και εκαθητο ο Δαβιδ εντος του δασους, ο δε Ιωναθαν ανεχωρησεν εις τον οικον αυτου.

2Sam 21,1 - Kedy ich Šaul prenasledoval a zabíjal, nevieme.

2Sam 21,6 - Slovo "kedysi" dokladáme z Vulg.

2Sam 21,8 - V dnešnej osnove sa omylom spomína Šaulova dcéra Michol. Adrielova žena bola Merob (1 Sam 18,19).

2Sam 21,10 - Mŕtvoly popravených ostali nepochované, kým neprestal trest suchoty.

2Sam 21,12 - Pozri 1 Sam 31,12.

2Sam 21,14 - Sela je ináč neznáma (porov. Joz 18,28).

2Sam 21,16 - Začiatok verša je porušený. Vulg volá obra: Jesbibenob. Rafaimci boli zvyšky obrovských obyvateľov Kanaánu: Gn 14,5; 15,20.

2Sam 21,18 - Gob bol niekde pri Gezeri. Podľa 1 Krn 20,4 bojište bolo pri Gezeri. Aj meno filištínskeho obra Safa sa tým píše Sofai. Chušaťanci pochádzali z Betlehema (1 Krn 4,4).

2Sam 21,19 - Dnešný hebrejský text a Vulg píše, že Elchanan (Vulg: Adeodatus=Bohdan) zabil Goliáša. Ale text je bezpochyby porušený, veď Goliáša zabil Dávid (1 Sam 17). Preto opravujeme text podľa 1 Krn 20,5.