výhody registrácie

Kniha Genezis

Biblia - Sväté písmo

(LXX - Grécky - LXX)

Gn 4, 1-26

1 (LXX) αδαμ δε εγνω ευαν την γυναικα αυτου και συλλαβουσα ετεκεν τον καιν και ειπεν εκτησαμην ανθρωπον δια του θεου
1 (HEM) והאדם ידע את חוה אשתו ותהר ותלד את קין ותאמר קניתי איש את יהוה׃

2 (LXX) και προσεθηκεν τεκειν τον αδελφον αυτου τον αβελ και εγενετο αβελ ποιμην προβατων καιν δε ην εργαζομενος την γην
2 (HEM) ותסף ללדת את אחיו את הבל ויהי הבל רעה צאן וקין היה עבד אדמה׃

3 (LXX) και εγενετο μεθ' ημερας ηνεγκεν καιν απο των καρπων της γης θυσιαν τω κυριω
3 (HEM) ויהי מקץ ימים ויבא קין מפרי האדמה מנחה ליהוה׃

4 (LXX) και αβελ ηνεγκεν και αυτος απο των πρωτοτοκων των προβατων αυτου και απο των στεατων αυτων και επειδεν ο θεος επι αβελ και επι τοις δωροις αυτου
4 (HEM) והבל הביא גם הוא מבכרות צאנו ומחלבהן וישע יהוה אל הבל ואל מנחתו׃

5 (LXX) επι δε καιν και επι ταις θυσιαις αυτου ου προσεσχεν και ελυπησεν τον καιν λιαν και συνεπεσεν τω προσωπω
5 (HEM) ואל קין ואל מנחתו לא שעה ויחר לקין מאד ויפלו פניו׃

6 (LXX) και ειπεν κυριος ο θεος τω καιν ινα τι περιλυπος εγενου και ινα τι συνεπεσεν το προσωπον σου
6 (HEM) ויאמר יהוה אל קין למה חרה לך ולמה נפלו פניך׃

7 (LXX) ουκ εαν ορθως προσενεγκης ορθως δε μη διελης ημαρτες ησυχασον προς σε η αποστροφη αυτου και συ αρξεις αυτου
7 (HEM) הלוא אם תיטיב שאת ואם לא תיטיב לפתח חטאת רבץ ואליך תשוקתו ואתה תמשל בו׃

8 (LXX) και ειπεν καιν προς αβελ τον αδελφον αυτου διελθωμεν εις το πεδιον και εγενετο εν τω ειναι αυτους εν τω πεδιω και ανεστη καιν επι αβελ τον αδελφον αυτου και απεκτεινεν αυτον
8 (HEM) ויאמר קין אל הבל אחיו ויהי בהיותם בשדה ויקם קין אל הבל אחיו ויהרגהו׃

9 (LXX) και ειπεν ο θεος προς καιν που εστιν αβελ ο αδελφος σου ο δε ειπεν ου γινωσκω μη φυλαξ του αδελφου μου ειμι εγω
9 (HEM) ויאמר יהוה אל קין אי הבל אחיך ויאמר לא ידעתי השמר אחי אנכי׃

10 (LXX) και ειπεν ο θεος τι εποιησας φωνη αιματος του αδελφου σου βοα προς με εκ της γης
10 (HEM) ויאמר מה עשית קול דמי אחיך צעקים אלי מן האדמה׃

11 (LXX) και νυν επικαταρατος συ απο της γης η εχανεν το στομα αυτης δεξασθαι το αιμα του αδελφου σου εκ της χειρος σου
11 (HEM) ועתה ארור אתה מן האדמה אשר פצתה את פיה לקחת את דמי אחיך מידך׃

12 (LXX) οτι εργα την γην και ου προσθησει την ισχυν αυτης δουναι σοι στενων και τρεμων εση επι της γης
12 (HEM) כי תעבד את האדמה לא תסף תת כחה לך נע ונד תהיה בארץ׃

13 (LXX) και ειπεν καιν προς τον κυριον μειζων η αιτια μου του αφεθηναι με
13 (HEM) ויאמר קין אל יהוה גדול עוני מנשא׃

14 (LXX) ει εκβαλλεις με σημερον απο προσωπου της γης και απο του προσωπου σου κρυβησομαι και εσομαι στενων και τρεμων επι της γης και εσται πας ο ευρισκων με αποκτενει με
14 (HEM) הן גרשת אתי היום מעל פני האדמה ומפניך אסתר והייתי נע ונד בארץ והיה כל מצאי יהרגני׃

15 (LXX) και ειπεν αυτω κυριος ο θεος ουχ ουτως πας ο αποκτεινας καιν επτα εκδικουμενα παραλυσει και εθετο κυριος ο θεος σημειον τω καιν του μη ανελειν αυτον παντα τον ευρισκοντα αυτον
15 (HEM) ויאמר לו יהוה לכן כל הרג קין שבעתים יקם וישם יהוה לקין אות לבלתי הכות אתו כל מצאו׃

16 (LXX) εξηλθεν δε καιν απο προσωπου του θεου και ωκησεν εν γη ναιδ κατεναντι εδεμ
16 (HEM) ויצא קין מלפני יהוה וישב בארץ נוד קדמת עדן׃

17 (LXX) και εγνω καιν την γυναικα αυτου και συλλαβουσα ετεκεν τον ενωχ και ην οικοδομων πολιν και επωνομασεν την πολιν επι τω ονοματι του υιου αυτου ενωχ
17 (HEM) וידע קין את אשתו ותהר ותלד את חנוך ויהי בנה עיר ויקרא שם העיר כשם בנו חנוך׃

18 (LXX) εγενηθη δε τω ενωχ γαιδαδ και γαιδαδ εγεννησεν τον μαιηλ και μαιηλ εγεννησεν τον μαθουσαλα και μαθουσαλα εγεννησεν τον λαμεχ
18 (HEM) ויולד לחנוך את עירד ועירד ילד את מחויאל ומחייאל ילד את מתושאל ומתושאל ילד את למך׃

19 (LXX) και ελαβεν εαυτω λαμεχ δυο γυναικας ονομα τη μια αδα και ονομα τη δευτερα σελλα
19 (HEM) ויקח לו למך שתי נשים שם האחת עדה ושם השנית צלה׃

20 (LXX) και ετεκεν αδα τον ιωβελ ουτος ην ο πατηρ οικουντων εν σκηναις κτηνοτροφων
20 (HEM) ותלד עדה את יבל הוא היה אבי ישב אהל ומקנה׃

21 (LXX) και ονομα τω αδελφω αυτου ιουβαλ ουτος ην ο καταδειξας ψαλτηριον και κιθαραν
21 (HEM) ושם אחיו יובל הוא היה אבי כל תפש כנור ועוגב׃

22 (LXX) σελλα δε ετεκεν και αυτη τον θοβελ και ην σφυροκοπος χαλκευς χαλκου και σιδηρου αδελφη δε θοβελ νοεμα
22 (HEM) וצלה גם הוא ילדה את תובל קין לטש כל חרש נחשת וברזל ואחות תובל קין נעמה׃

23 (LXX) ειπεν δε λαμεχ ταις εαυτου γυναιξιν αδα και σελλα ακουσατε μου της φωνης γυναικες λαμεχ ενωτισασθε μου τους λογους οτι ανδρα απεκτεινα εις τραυμα εμοι και νεανισκον εις μωλωπα εμοι
23 (HEM) ויאמר למך לנשיו עדה וצלה שמען קולי נשי למך האזנה אמרתי כי איש הרגתי לפצעי וילד לחברתי׃

24 (LXX) οτι επτακις εκδεδικηται εκ καιν εκ δε λαμεχ εβδομηκοντακις επτα
24 (HEM) כי שבעתים יקם קין ולמך שבעים ושבעה׃

25 (LXX) εγνω δε αδαμ ευαν την γυναικα αυτου και συλλαβουσα ετεκεν υιον και επωνομασεν το ονομα αυτου σηθ λεγουσα εξανεστησεν γαρ μοι ο θεος σπερμα ετερον αντι αβελ ον απεκτεινεν καιν
25 (HEM) וידע אדם עוד את אשתו ותלד בן ותקרא את שמו שת כי שת לי אלהים זרע אחר תחת הבל כי הרגו קין׃

26 (LXX) και τω σηθ εγενετο υιος επωνομασεν δε το ονομα αυτου ενως ουτος ηλπισεν επικαλεισθαι το ονομα κυριου του θεου
26 (HEM) ולשת גם הוא ילד בן ויקרא את שמו אנוש אז הוחל לקרא בשם יהוה׃


Gn 4, 1-26





Verš 4
και αβελ ηνεγκεν και αυτος απο των πρωτοτοκων των προβατων αυτου και απο των στεατων αυτων και επειδεν ο θεος επι αβελ και επι τοις δωροις αυτου
Heb 11:4 -

Verš 8
και ειπεν καιν προς αβελ τον αδελφον αυτου διελθωμεν εις το πεδιον και εγενετο εν τω ειναι αυτους εν τω πεδιω και ανεστη καιν επι αβελ τον αδελφον αυτου και απεκτεινεν αυτον
Mt 23:35 -
1Jn 3:12 -
Júd 1:11 -

Verš 10
και ειπεν ο θεος τι εποιησας φωνη αιματος του αδελφου σου βοα προς με εκ της γης
Heb 12:24 -

Verš 12
οτι εργα την γην και ου προσθησει την ισχυν αυτης δουναι σοι στενων και τρεμων εση επι της γης
Prís 28:17 - ανδρα τον εν αιτια φονου ο εγγυωμενος φυγας εσται και ουκ εν ασφαλεια

Verš 14
ει εκβαλλεις με σημερον απο προσωπου της γης και απο του προσωπου σου κρυβησομαι και εσομαι στενων και τρεμων επι της γης και εσται πας ο ευρισκων με αποκτενει με
Jób 15:20 - πας ο βιος ασεβους εν φροντιδι ετη δε αριθμητα δεδομενα δυναστη

Verš 24
οτι επτακις εκδεδικηται εκ καιν εκ δε λαμεχ εβδομηκοντακις επτα
Gn 4:15 - και ειπεν αυτω κυριος ο θεος ουχ ουτως πας ο αποκτεινας καιν επτα εκδικουμενα παραλυσει και εθετο κυριος ο θεος σημειον τω καιν του μη ανελειν αυτον παντα τον ευρισκοντα αυτον

Gn 4,1 - "Poznať ženu" v hlbokej biblickej reči značí pohlavné obcovanie v kladnom slova zmysle. V opačnom prípade používa Sväté písmo výraz "ležal s ňou" (porov. 2 Sam 13,14), čím sa myslí cudzoložstvo.

Gn 4,1-2 - Kain na tomto mieste odvodzuje sa od slovesa qánáh a značilo by ,získaného, prijatého'. Ábel je ,syn' (asyr), prvorodený syn.

Gn 4,3-4 - "Pán zhliadol" a "nezhliadol" sa vyjadruje záľuba v obete, alebo jej odvrhnutie. Ako poznali Kain a Ábel, že prvého obetu Pán neprijal a druhého prijal, nie je isté. Pravdepodobne v tom, že Ábela požehnával a Kainovi sa nevodilo najlepšie.

Gn 4,6-7 - Pri Kainovi bolo badať, že je zlej vôle a že čosi zlého zamýšľa. Pán snaží sa ho odvrátiť od jeho zlého úmyslu. Ak sa Kain neprestane hnevať, je v nebezpečenstve, že spácha zločin.

Gn 4,8-16 - Kain zamietol príležitosť polepšiť sa a rúti sa do záhuby. Hriech rodí hriech. Zo závisti zabije svojho nevinného brata. Ábel, nevinná obeta, je predobrazom Ježišovej smrti. – Aj po hriechu vraždy Pán blíži sa s výčitkou ku Kainovi. Kain sa nechce k hriechu priznať. Napokon uzná svoj hriech, lež ani teraz neprosí o odpustenie, zdá sa, že si ide zúfať: "ktokoľvek ma nájde, zabije ma" a "môj zločin je väčší, než aby mi bol odpustený". Bratovrah sa bojí svojho zavraždenia, myslí si, že niekto bude pomstiť Ábela. Ale Boh aj tu trest ponecháva len sebe.

Gn 4,17 - Henoch značí ,zvyklý' alebo ,zasvätený'. Kde a kedy postavil Kain "mesto", nedá sa zistiť. Nebolo to však mesto v našom zmysle.

Gn 4,19-22 - Kainov rodostrom má sedem generácií: Kain, Henoch, Irad, Maviel, Matusael, Lamech a Jabel s Jubalom. Význam týchto mien je neistý, zdá sa, že niektoré ani nie sú hebrejského pôvodu. Ada znamená ,okrasu', Sella ,tieň'.

Gn 4,23-24 - Pieseň Lamechova, čiže pieseň o meči, prezrádza, ako ľudstvo bez Boha mravne klesá. Už nejde o prísnu spravodlivosť, ale o pomstu: svojvoľne bude vraždiť aj pre najmenšiu urážku a ublíženie na tele. Možno, že Lamech po prvý raz držal v rukách meč, čo mu ukoval jeho syn Tubalkain, a pyšný na svoju silu a istotu prezrádza svoje ukrutné vnútro. Lamech je horší ako Kain. Kain vraždil z nenávisti a závisti, Lamech nemá skoro na to ani príčiny. Kain sa nechcel ani priznať, že zabil brata, Lamech sa so svojím vražedným úmyslom vychvaľuje. Lamech sa vynáša nad Boha, ktorý sľúbil, že Kainovu smrť potresce sedemkrát, Lamech sa bude pomstiť krutejšie, krivdu potresce totiž až sedemdesiatsedemkrát. Hrozný je rodostrom Kainov: začína sa bratovraždou a končí človekom, ktorý sa chvastá vražednými úmyslami.

Gn 4,25 - Podľa niektorých meno Set je pôvodu sumerského a značí ,brat'. Iní odvodzujú ho od slovesa šít ,nahradený', postavený na ,miesto'. V tomto prípade Set by bol náhradou za Ábela a Set by už Eve bol býval zárukou, že sa splní prísľub o Mesiášovi (3,15).

Gn 4,26 - V mene Enos, za ktorého, "sa začalo vzývať meno Pánovo", sú podčiarknuté dva významy: Enos znamená "človek" aj "meno" Pána – Jahveho. Text je dokladom náboženskej orientovanosti časti ľudského potomstva.