výhody registrácie

Kniha Genezis

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

Gn 31, 1-55

1 (GRM) Και ηκουσεν ο Ιακωβ τους λογους των υιων του Λαβαν, λεγοντων, Ο Ιακωβ ελαβε παντα τα υπαρχοντα του πατρος ημων, και εκ των υπαρχοντων του πατρος ημων απεκτησε πασαν την δοξαν ταυτην.
1 (ROH) A počul slová synov Lábanových, ktorí vraveli: Jakob pobral všetko, čo mal náš otec, a z toho, čo patrilo nášmu otcovi, nadobudol si všetku tú slávu.

2 (GRM) Και ειδεν ο Ιακωβ το προσωπον του Λαβαν, και ιδου, δεν ητο προς αυτον ως χθες και προχθες.
2 (ROH) A Jakob videl tvár Lábanovu, že hľa, nebola voči nemu taká jako predtým.

3 (GRM) Ειπε δε ο Κυριος προς τον Ιακωβ, Επιστρεψον εις την γην των πατερων σου, και εις την συγγενειαν σου, και θελω εισθαι μετα σου.
3 (ROH) A Hospodin riekol Jakobovi: Navráť sa do zeme svojich otcov a ku svojej rodine, a budem s tebou.

4 (GRM) Τοτε εστειλεν ο Ιακωβ και εκαλεσε την Ραχηλ και την Λειαν εις την πεδιαδα προς το ποιμνιον αυτου·
4 (ROH) Vtedy poslal Jakob a zavolal Rácheľ a Leu na pole k svojmu stádu

5 (GRM) και ειπε προς αυτας, Βλεπω το προσωπον του πατρος σας, οτι δεν ειναι προς εμε ως χθες και προχθες· ο Θεος ομως του πατρος μου εσταθη μετ' εμου·
5 (ROH) a povedal im: Vidím tvár vášho otca, že nie je ku mne jako predtým. Ale Bôh môjho otca bol so mnou.

6 (GRM) και σεις εξευρετε οτι εν ολη τη δυναμει μου εδουλευσα τον πατερα σας·
6 (ROH) A vy viete, že som celou svojou silou slúžil vášmu otcovi.

7 (GRM) αλλ' ο πατηρ σας με ηπατησε και ηλλαξε τους μισθους μου δεκακις· πλην ο Θεος δεν αφηκεν αυτον να με κακοποιηση·
7 (ROH) Ale váš otec ma oklamal a zmenil desaťkrát moju mzdu, avšak Bôh mu nedal, aby mi zle urobil.

8 (GRM) οτε ελεγεν ουτω, τα ποικιλα θελουσιν εισθαι ο μισθος σου, τοτε απαν το ποιμνιον εγεννα ποικιλα· και οτε ελεγεν ουτω, τα παρδαλα θελουσιν εισθαι ο μισθος σου, τοτε απαν το ποιμνιον εγεννα παρδαλα.
8 (ROH) Ak povedal: Bodkasté bude tvojou mzdou, rodilo všetko stádo bodkasté. A keď povedal: Pásikavé bude tvojou mzdou, zase rodilo všetko stádo pásikavé.

9 (GRM) Ουτως αφηρεσεν ο Θεος το ποιμνιον του πατρος σας και εδωκεν εις εμε.
9 (ROH) A tak vytrhol Bôh stádo vašeho otca a dal mne.

10 (GRM) Και καθ' ον καιρον συνελαμβανε το ποιμνιον, υψωσα τους οφθαλμους μου και ειδον κατ' οναρ, και ιδου, οι τραγοι και οι κριοι, οι αναβαινοντες επι τα προβατα και τας αιγας, ησαν παρδαλοι, ποικιλοι και στικτοι.
10 (ROH) A stalo sa v tom čase, keď sa pári stádo, že som pozdvihol svoje oči a videl som vo sne, že hľa, kozli, ktorí skákali na stádo, boli pásikaví, bodkastí a pestrí.

11 (GRM) Και μοι ειπεν ο αγγελος του Θεου κατ' οναρ, Ιακωβ· και ειπα, Ιδου, εγω.
11 (ROH) A anjel Boží mi riekol vo sne: Jakob! A ja som odpovedal: Tu som.

12 (GRM) Και ειπεν, Υψωσον τωρα τους οφθαλμους σου, και ιδε παντας τους τραγους και τους κριους, τους αναβαινοντας επι τα προβατα και τας αιγας, οτι ειναι παρδαλοι, ποικιλοι και στικτοι· διοτι ειδον παντα οσα καμνει εις σε ο Λαβαν·
12 (ROH) A riekol: Nože pozdvihni svoje oči a vidz: všetci kozli, ktorí skáču na stádo, sú pásikaví, bodkastí a pestrí, lebo som videl všetko, čo ti robil Lában.

13 (GRM) εγω ειμαι ο Θεος της Βαιθηλ, οπου εχρισας την στηλην και οπου ευχηθης ευχην προς εμε· σηκωθητι τωρα, εξελθε εκ της γης ταυτης και επιστρεψον εις την γην της συγγενειας σου.
13 (ROH) Ja som ten silný Bôh z Bét-ela, kde si pomazal pamätný kameň, kde si mi sľúbil sľub. Zober sa teraz, vyjdi z tejto zeme a navráť sa do svojej rodnej zeme.

14 (GRM) Και απεκριθησαν η Ραχηλ και η Λεια και ειπον προς αυτον, Εχομεν ημεις πλεον μεριδιον η κληρονομιαν εν τω οικω του πατρος ημων;
14 (ROH) A Rácheľ odpovedala i Lea, a riekly mu: Či my azda máme ešte nejaký diel alebo nejaké dedičstvo v dome svojho otca?

15 (GRM) δεν εθεωρηθημεν υπ' αυτου ως ξεναι; διοτι επωλησεν ημας και ακομη ολοκληρως κατεφαγε το αργυριον ημων.
15 (ROH) Či nie sme u neho považované za cudzie? Lebo však nás predal a k tomu aj zjedol naše peniaze.

16 (GRM) Οθεν παντα τα πλουτη, τα οποια αφηρεσεν ο Θεος απο του πατρος ημων, ειναι ημων και των τεκνων ημων· τωρα λοιπον καμε οσα σοι ειπεν ο Θεος.
16 (ROH) Lebo všetko, to bohatstvo, ktoré vytrhol Bôh nášmu otcovi, je naše a našich detí. A preto teraz všetko, čo ti povedal Bôh, urob!

17 (GRM) Τοτε σηκωθεις ο Ιακωβ, εβαλε τα παιδια αυτου και τας γυναικας αυτου επι τας καμηλους·
17 (ROH) A Jakob vstal a pobral svojich synov a svoje ženy na veľblúdov

18 (GRM) και απηγαγε παντα τα κτηνη αυτου, και παντα τα αγαθα αυτου τα οποια απεκτησε, το ποιμνιον της αποκτησεως αυτου, το οποιον απεκτησεν εις Παδαν-αραμ, δια να απελθη προς Ισαακ τον πατερα αυτου εις γην Χανααν.
18 (ROH) a hnal všetok svoj dobytok a všetok svoj nadobudnutý majetok, ktorého nadobudol, svoj kúpený dobytok, ktorého nadobudol v Pádan-arame, aby išiel k Izákovi, svojmu otcovi, do zeme Kanaána.

19 (GRM) Ο δε Λαβαν ειχεν υπαγει δια να κουρευση τα προβατα αυτου και η Ραχηλ εκλεψε τα ειδωλα του πατρος αυτης.
19 (ROH) A Lában bol odišiel strihať svoje stádo, a vtedy ukradla Rácheľ domácich bohov, ktorých mal jej otec.

20 (GRM) Εκρυψε δε ο Ιακωβ την φυγην αυτου εις τον Λαβαν τον Συρον, μη αναγγειλας προς αυτον οτι αναχωρει·
20 (ROH) A Jakob ukradol srdce Lábana Aramejského, pretože mu neoznámil, že uteká.

21 (GRM) και εφυγεν αυτος μετα παντων των υπαρχοντων αυτου και εσηκωθη και διεβη τον ποταμον και διευθυνθη προς το ορος Γαλααδ.
21 (ROH) A tak utekal on i všetko, čo bolo jeho, a vstanúc prepravil sa cez rieku a obrátil svoju tvár smerom k vrchu Gileádu.

22 (GRM) Και την τριτην ημεραν ανηγγελθη προς τον Λαβαν, οτι εφυγεν ο Ιακωβ·
22 (ROH) Potom na tretí deň bolo oznámené Lábanovi, že Jakob utiekol.

23 (GRM) και παραλαβων τους αδελφους αυτου μεθ' εαυτου, κατεδιωξεν οπισω αυτου οδον επτα ημερων· και επροφθασεν αυτον εν τω ορει Γαλααδ.
23 (ROH) Vtedy pojal so sebou svojich bratov a hnal sa za ním cesty sedem dní a dostihnul ho na vrchu Gileáde.

24 (GRM) Ηλθε δε ο Θεος προς Λαβαν τον Συρον κατ' οναρ την νυκτα, και ειπε προς αυτον, Φυλαχθητι, μη λαλησης σκληρα προς τον Ιακωβ.
24 (ROH) Ale Bôh prišiel k Lábanovi Aramejskému vo sne vnoci a riekol mu: Chráň sa, aby si nehovoril s Jakobom ináč ako priateľsky!

25 (GRM) Επροφθασε λοιπον ο Λαβαν τον Ιακωβ· ο δε Ιακωβ ειχε στησει την σκηνην αυτου επι του ορους· ο δε Λαβαν μετα των αδελφων αυτου εσκηνωσεν επι του ορους Γαλααδ.
25 (ROH) A tak dohonil Lában Jakoba. A Jakob už bol postavil svoj stán na vrchu. I Lában postavil svoj stán so svojimi bratmi na vrchu Gileáde.

26 (GRM) Και ειπεν ο Λαβαν προς τον Ιακωβ, Τι εκαμες, και δια τι εκρυψας εις εμε την φυγην σου και απηγαγες τας θυγατερας μου ως αιχμαλωτους μαχαιρας;
26 (ROH) A Lában povedal Jakobovi: Čo si to urobil? Lebo si ukradol moje srdce a odviedol si moje dcéry, jako keby boly zajaté mečom!

27 (GRM) δια τι εφυγες κρυφιως και εκλεψας σεαυτον απ' εμου και δεν μοι εφανερωσας τουτο; διοτι εγω ηθελον σε εξαποστειλει μετ' ευφροσυνης και μετα ασματων, μετα τυμπανων και κιθαρας·
27 (ROH) Prečo si tajne utiekol a vykradol si sa odo mňa a neoznámil si mi, aby som ťa bol mohol vyprevadiť s veselosťou a so spevmi, s bubnom a s harfou?

28 (GRM) και δεν με ηξιωσας μηδε να φιλησω τους υιους μου, και τας θυγατερας μου; τωρα αφρονως επραξας τουτο·
28 (ROH) A nedopustil si mi, aby som bozkal svojich synov a svoje dcéry. Nerozumné je to, čo si teraz vykonal.

29 (GRM) δυνατη ειναι η χειρ μου να σας κακοποιηση· πλην ο Θεος του πατρος σας χθες την νυκτα ειπε προς εμε, λεγων, Φυλαχθητι, μη λαλησης σκληρα προς τον Ιακωβ·
29 (ROH) Mal by som dosť moci, aby som vám urobil zle. Ale Bôh vášho otca mi povedal minulej noci a riekol: Chráň sa, aby si nehovoril s Jakobom ináč ako priateľsky.

30 (GRM) τωρα λοιπον εστω, ανεχωρησας, επειδη επεθυμησας πολυ τον οικον του πατρος σου· αλλα δια τι εκλεψας τους Θεους μου;
30 (ROH) A tak teraz, keď si už odišiel, pretože si veľmi túžil po dome svojho otca, prečo si potom ukradol mojich bohov?

31 (GRM) Και αποκριθεις ο Ιακωβ ειπε προς τον Λαβαν, Εφυγον επειδη εφοβηθην· διοτι ειπον, Μηπως αφαιρεσης τας θυγατερας σου απ' εμου·
31 (ROH) A Jakob odpovedal a riekol Lábanovi: Ušiel som preto, že som sa bál, lebo som povedal, aby si mi reku neodňal nasilu svojich dcér.

32 (GRM) εις οντινα ομως ευρης τους θεους σου, ας μη ζηση· εμπροσθεν των αδελφων ημων γνωρισον τι ευρισκεται εις εμε εκ των ιδικων σου, και λαβε. Διοτι δεν ηξευρεν ο Ιακωβ οτι η Ραχηλ ειχε κλεψει αυτους.
32 (ROH) No, u koho najdeš svojich bohov, ten nech nežije! Tu pred našimi bratmi si hľadaj a poznaj, čo je tvoje u mňa, a vezmi si. Ale Jakob nevedel, že ich ukradla Rácheľ.

33 (GRM) Εισηλθε λοιπον ο Λαβαν εις την σκηνην του Ιακωβ, και εις την σκηνην της Λειας, και εις τας σκηνας των δυο θεραπαινων· αλλα δεν ευρηκεν αυτους. Τοτε εξηλθεν εκ της σκηνης της Λειας, και εισηλθεν εις την σκηνην της Ραχηλ.
33 (ROH) Vtedy vošiel Lában do stánu Jakobovho i do stánu Leinho i do stánu oboch dievok a nenašiel. A keď vyšiel zo stánu Leinho, vošiel do stánu Ráchelinho.

34 (GRM) Η δε Ραχηλ ειχε λαβει τα ειδωλα, και βαλει αυτα εις σαμαριον καμηλου, και εκαθητο επ' αυτα. Και ερευνησας ο Λαβαν ολην την σκηνην, δεν ευρηκεν.
34 (ROH) Ale Rácheľ vzala domácich bohov a vložila ich do sedla s veľblúda a sadla na nich. A Lában prekutal celý stán, ale nenašiel.

35 (GRM) Η δε ειπε προς τον πατερα αυτης, Ας μη φανη βαρυ εις τον κυριον μου, διοτι δεν δυναμαι να σηκωθω εμπροσθεν σου, επειδη εχω τα γυναικεια. Και αυτος ηρευνησεν, αλλα δεν ευρηκε τα ειδωλα.
35 (ROH) A povedala svojmu otcovi: Nech sa nehnevá môj pán, že nemôžem vstať zpred teba, lebo mi je, ako býva ženám. A tak prehľadal všetko, ale nenašiel domácich bohov.

36 (GRM) Και ωργισθη ο Ιακωβ και επεπληξε τον Λαβαν· και αποκριθεις ο Ιακωβ ειπε προς τον Λαβαν, Τι ειναι το ανομημα μου; τι το αμαρτημα μου, οτι κατεδιωξας οπισω μου;
36 (ROH) Vtedy sa nahneval Jakob a vadil sa na Lábana a odpovedal Jakob a riekol Lábanovi: Jaké je moje previnenie? Aký môj hriech, že ma honíš rozpálený?

37 (GRM) αφου ηρευνησας παντα τα σκευη μου, τι ευρηκας εκ παντων των σκευων της οικιας σου; θες αυτο εδω εμπροσθεν των αδελφων μου και αδελφων σου, δια να κρινωσι μεταξυ των δυο ημων·
37 (ROH) Lebo si prekutal všetky moje veci. Čo si našiel zo všetkých vecí svojho domu? Predlož to tu pred mojich bratov a pred svojich bratov, a nech rozsúdia medzi nami dvoma!

38 (GRM) εικοσι ετη ειναι τωρα, αφ' οτου ειμαι μετα σου· τα προβατα σου και αι αιγες σου δεν ητεκνωθησαν, και τους κριους του ποιμνιου σου δεν εφαγον.
38 (ROH) Toto už dvadsať rokov som bol u teba. Tvoje ovce a tvoje kozy nepometaly, a baranov tvojho stáda som nejedol.

39 (GRM) θηριαλωτον δεν εφερα εις σε· εγω επληρωνον αυτο· απο της χειρος μου εζητεις ο, τι με εκλεπτετο την ημεραν, η ο, τι με εκλεπτετο την νυκτα·
39 (ROH) Roztrhaného som nedoniesol tebe; ja som niesol tú škodu; z mojej ruky si to hľadal, už či bolo ukradnuté vodne a či bolo ukradnuté vnoci.

40 (GRM) την ημεραν εκαιομην υπο του καυματος και την νυκτα υπο του παγετου· και εφευγεν ο υπνος μου απο των οφθαλμων μου·
40 (ROH) Bývalo tak, že vodne ma stravovala horúčava a mráz vnoci, a môj spánok uchádzal s mojich očí.

41 (GRM) εικοσι ετη ηδη ευρισκομαι εν τη οικια σου· δεκατεσσαρα ετη σε εδουλευσα δια τας δυο σου θυγατερας, και εξ ετη δια τα προβατα σου· και ηλλαξας τον μισθον μου δεκακις·
41 (ROH) Toto som už dvadsať rokov bol v tvojom dome. Slúžil som ti štrnásť rokov za tvoje dcéry a šesť rokov za tvoje stádo, a desaťkrát si zmenil moju mzdu.

42 (GRM) εαν ο Θεος του πατρος μου, ο Θεος του Αβρααμ και ο φοβος του Ισαακ, δεν ητο μετ' εμου, βεβαια κενον ηθελες με εξαποστειλει τωρα· ειδεν ο Θεος την ταλαιπωριαν μου και τον κοπον των χειρων μου, και σε ηλεγξεν εχθες την νυκτα.
42 (ROH) Nech nie je so mnou Bôh môjho otca, Bôh Abrahámov a strach Izákov, je isté, že by si ma bol teraz preč poslal prázdneho. Ale moje trápenie a únavnú prácu mojich rúk videl Bôh; preto ťa karhal minulej noci.

43 (GRM) Και αποκριθεις ο Λαβαν, ειπε προς τον Ιακωβ, Αι θυγατερες αυται ειναι θυγατερες μου, και οι υιοι ουτοι υιοι μου, και τα προβατα ταυτα προβατα μου, και παντα οσα βλεπεις ειναι ιδικα μου· και τι να καμω σημερον εις τας θυγατερας μου ταυτας, η εις τα τεκνα αυτων, τα οποια εγεννησαν;
43 (ROH) A Lában odpovedal a riekol Jakobovi: Tieto dcéry sú moje dcéry a títo synovia sú moji synovia, a stádo je moje stádo, áno, i všetko, čo vidíš, je moje. Ale čože mám dnes urobiť týmto svojim dcéram alebo ich synom, ktorých porodily?

44 (GRM) ελθε λοιπον τωρα, ας καμωμεν συνθηκην, εγω και συ· δια να ηναι εις μαρτυριον μεταξυ εμου και σου.
44 (ROH) Tak teraz poď, učiníme smluvu, ja i ty, aby bola svedkom medzi mnou a medzi tebou.

45 (GRM) Και ελαβεν ο Ιακωβ λιθον και εστησεν αυτον στηλην.
45 (ROH) Vtedy vzal Jakob kameň a postavil ho na pamätné znamenie.

46 (GRM) Και ειπεν ο Ιακωβ προς τους αδελφους αυτου, Συναξατε λιθους· και ελαβον λιθους, και εκαμον σωρον· και εφαγον εκει επι του σωρου.
46 (ROH) A Jakob povedal svojim bratom: Nasberajte kamenia. A nabrali kamenia a spravili hromadu, a jedli tam na tej hromade.

47 (GRM) Και ο μεν Λαβαν εκαλεσεν αυτον Ιεγαρ-σαχαδουθα· ο δε Ιακωβ εκαλεσεν αυτον Γαλεεδ.
47 (ROH) A Lában ju nazval aramejsky: Jegar-sohoduta, a Jakob ju nazval hebrejsky Gal-éd .

48 (GRM) Και ειπεν ο Λαβαν, Ο σωρος ουτος ειναι σημερον μαρτυριον μεταξυ εμου και σου· δια τουτο εκαλεσθη το ονομα αυτου Γαλεεδ,
48 (ROH) A Lában povedal: Táto hromada je dneská svedkom medzi mnou a tebou, a preto nazval jej meno Gal-éd

49 (GRM) και Μισπα, διοτι ειπεν, Ας επιβλεψη ο Κυριος αναμεσον εμου και σου, οταν αποχωρισθωμεν ο εις απο του αλλου·
49 (ROH) a Micpa , lebo povedal: Hospodin nech pozoruje na veci medzi mnou a tebou, keď budeme ukrytí druh pred druhom.

50 (GRM) εαν ταλαιπωρησης τας θυγατερας μου, η εαν λαβης αλλας γυναικας εκτος των θυγατερων μου, δεν ειναι ουδεις μεθ' ημων· βλεπε, ο Θεος ειναι μαρτυς μεταξυ εμου και σου.
50 (ROH) Ak by si trápil moje dcéry a keby si vzal ešte nejaké ženy k mojim dcéram; síce niet človeka s nami, ale vidz, že Bôh je svedkom medzi mnou a tebou,

51 (GRM) Και ειπεν ο Λαβαν προς τον Ιακωβ, Ιδου, ο σωρος ουτος, και ιδου, η στηλη αυτη, την οποιαν εστησα μεταξυ εμου και σου·
51 (ROH) A ešte povedal Lában Jakobovi: Hľa, táto hromada a hľa, tento pamätný kameň, ktorý som postavil medzi sebou a tebou,

52 (GRM) ο σωρος ουτος ειναι μαρτυριον, και η στηλη μαρτυριον, οτι εγω δεν θελω διαβη τον σωρον τουτον προς σε, ουτε συ θελεις διαβη τον σωρον τουτον και την στηλην ταυτην, προς εμε, δια κακον·
52 (ROH) táto hromada bude svedkom a svedoctvom i tento pamätný kameň, že ja neprejdem k tebe za túto hromadu, a že ani ty neprejdeš ku mne za túto hromadu a za tento pamätný kameň urobiť zle.

53 (GRM) ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ναχωρ, ο Θεος του πατρος αυτων, ας κρινη αναμεσον ημων. Ο δε Ιακωβ ωμοσεν εις τον φοβον του πατρος αυτου Ισαακ.
53 (ROH) Bôh Abrahámov a Bôh Náchorov nech súdi medzi nami, Bôh ich otca. A Jakob prisahal na strach svojho otca Izáka.

54 (GRM) Τοτε εθυσεν ο Ιακωβ θυσιαν επι του ορους και προσεκαλεσε τους αδελφους αυτου δια να φαγωσιν αρτον· και εφαγον αρτον και διενυκτερευσαν επι του ορους.
54 (ROH) A Jakob obetoval bitnú obeť na tom vrchu a povolal svojich bratov, aby jedli chlieb, a jedli chlieb a prenocovali na tom vrchu.

55 (GRM) Και σηκωθεις ο Λαβαν ενωρις το πρωι, εφιλησε τους υιους αυτου και τας θυγατερας αυτου, και ευλογησεν αυτους· και ανεχωρησεν ο Λαβαν και επεστρεψεν εις τον τοπον αυτου.
55 (ROH) Potom vstal Lában skoro ráno, bozkal svojich synov a svoje dcéry a požehnal ich a odišiel, a tak sa navrátil Lában na svoje miesto.


Gn 31, 1-55





Verš 13
εγω ειμαι ο Θεος της Βαιθηλ, οπου εχρισας την στηλην και οπου ευχηθης ευχην προς εμε· σηκωθητι τωρα, εξελθε εκ της γης ταυτης και επιστρεψον εις την γην της συγγενειας σου.
Gn 28:13 - Και ιδου, ο Κυριος ιστατο επανωθεν αυτης και ειπεν, Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος του Αβρααμ του πατρος σου, και ο Θεος του Ισαακ· την γην, επι της οποιας κοιμασαι, εις σε θελω δωσει αυτην και εις το σπερμα σου.

Gn 31,15 - V starej Mezopotámii bolo zvykové právo, že svokor zo sumy, ktorú dostal od ženícha, po uzavretí manželstva časť vrátil neveste; Laban si však iba privlastnil Jakubovu prácu.

Gn 31,19 - Strihanie oviec bolo spojené so slávnosťou. Laban bol teda zaujatý a pre Jakuba to bola výhodná príležitosť na útek. Domáci bôžikovia, hebr. terafim, boli ochrancovia domáceho krbu.

Gn 31,20 - Jakub klamal, totižto zatajoval, že Boh mu dal rozkaz vrátiť sa do vlasti. V tom hriechu nebolo. Bol len obozretný a nechcel, aby mu Laban sťažoval odchod.

Gn 31,21 - Rieka, rozumej Eufrat.

Gn 31,26 - Hoci Laban bol sám príčinou rýchleho odchodu Jakubovho, teraz predstiera svoje priateľstvo a lásku k dcéram. Je to pretvárka, veď svojou tvrdohlavosťou priam ich z domu vyháňal.

Gn 31,43 - Laban si neprávom robí nárok na Jakubove ženy, deti a majetok.

Gn 31,47 - Slová znejú rozlične a majú ten istý význam. Jakub rozpráva hebrejsky a Laban aramejsky.

Gn 31,49 - Podľa hebrejského textu Laban dáva pyramíde kamenia ešte iné meno, totiž Masfa ,stráž'.

Gn 31,53 - "Bohovia…" jednej i druhej strany sú volaní za svedkov podľa obyčají starovekých dohôd. – "Na strach otca Izáka" – na toho ktorého sa bojí… (porov. v. 42).