výhody registrácie

Kniha Genezis

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

Gn 25, 1-34

1 Ελαβε δε ο Αβρααμ και αλλην γυναικα, ονομαζομενην Χεττουραν. 2 Και αυτη εγεννησεν εις αυτον τον Ζεμβραν και τον Ιοξαν και τον Μαδαν και τον Μαδιαμ και τον Ιεσβωκ και τον Σουα. 3 και ο Ιοξαν εγεννησε τον Σεβα και τον Δαιδαν· οι δε υιοι του Δαιδαν ησαν Ασσουρειμ και Λετουσιειμ και Λαωμειμ. 4 Οι υιοι δε του Μαδιαμ ησαν Γεφα και Εφερ και Ανωχ και Αβειδα και Ελδαγα· παντες ουτοι υιοι της Χεττουρας. 5 Εδωκε δε ο Αβρααμ παντα τα υπαρχοντα αυτου εις τον Ισαακ. 6 Εις δε τους υιους των παλλακων αυτου εδωκεν ο Αβρααμ χαρισματα, και εξαπεστειλεν αυτους, ετι ζων, μακραν απο του υιου αυτου Ισαακ προς ανατολας, εις την γην της Ανατολης. 7 Και ταυτα ειναι τα ετη των ημερων της ζωης του Αβρααμ, οσα εζησεν, ετη εκατον εβδομηκοντα πεντε. 8 Και εκπνευσας απεθανεν ο Αβρααμ εν γηρατι καλω, γερων και πληρης ημερων· και προσετεθη εις τον λαον αυτου. 9 Και εθαψαν αυτον ο Ισαακ και ο Ισμαηλ οι υιοι αυτου εν τω σπηλαιω Μαχπελαχ, εν τω αγρω του Εφρων, υιου του Σωαρ του Χετταιου, τω απεναντι της Μαμβρη· 10 τω αγρω, τον οποιον ηγορασεν ο Αβρααμ παρα των υιων του Χετ· εκει εταφη ο Αβρααμ και Σαρρα η γυνη αυτου. 11 Και μετα τον θανατον του Αβρααμ, ευλογησεν ο Θεος Ισαακ τον υιον αυτου· και κατωκησεν ο Ισαακ πλησιον του φρεατος Λαχαι-ροι. 12 Αυτη δε ειναι η γενεαλογια του Ισμαηλ, υιου του Αβρααμ, τον οποιον εγεννησεν εις τον Αβρααμ Αγαρ η Αιγυπτια, η δουλη της Σαρρας· 13 και ταυτα ειναι τα ονοματα των υιων του Ισμαηλ, κατα τα ονοματα αυτων, εις τας γενεας αυτων· πρωτοτοκος του Ισμαηλ Ναβαιωθ, επειτα Κηδαρ και Αβδεηλ και Μιβσαμ, 14 και Μισμα, και Δουμα και Μασσα 15 Χαδδαρ, και Θαιμα, Ιετουρ, Ναφις, και Κεδμα· 16 ουτοι ειναι οι υιοι του Ισμαηλ, και ταυτα τα ονοματα αυτων κατα τας κωμας αυτων και κατα τας κατοικιας αυτων· δωδεκα αρχοντες κατα τα εθνη αυτων. 17 Και ταυτα ειναι τα ετη της ζωης του Ισμαηλ, ετη εκατον τριακοντα επτα· και εκπνευσας απεθανε και προσετεθη εις τον λαον αυτου. 18 Κατωκησαν δε απο Αβιλα εως Σουρ, της κατα προσωπον Αιγυπτου, καθως υπαγει τις προς την Ασσυριαν· ο Ισμαηλ κατωκησεν εμπροσθεν παντων των αδελφων αυτου. 19 Και αυτη ειναι η γενεαλογια του Ισαακ, υιου του Αβρααμ· ο Αβρααμ εγεννησε τον Ισαακ· 20 ητο δε ο Ισαακ ετων τεσσαρακοντα, οτε ελαβεν εις εαυτον γυναικα την Ρεβεκκαν, θυγατερα Βαθουηλ του Συρου απο Παδαν-αραμ, αδελφην Λαβαν του Συρου. 21 Και εδεετο ο Ισαακ προς τον Κυριον περι της γυναικος αυτου, διοτι ητο στειρα· και επηκουσεν ο Κυριος αυτου, και συνελαβεν η Ρεβεκκα η γυνη αυτου. 22 Και τα παιδια συνεκρουοντο εντος αυτης· και ειπεν, Αν μελλη ουτω να γεινη, δια τι εγω να συλλαβω; και υπηγε να ερωτηση τον Κυριον. 23 Και ειπεν ο Κυριος προς αυτην, Δυο εθνη ειναι εν τη κοιλια σου· και δυο λαοι θελουσι διαχωρισθη απο των εντοσθιων σου· και ο εις λαος θελει εισθαι δυνατωτερος του αλλου λαου· και ο μεγαλητερος θελει δουλευσει εις τον μικροτερον. 24 Και οτε επληρωθησαν αι ημεραι αυτης δια να γεννηση, ιδου, ησαν διδυμα εν τη κοιλια αυτης. 25 Εξηλθε δε ο πρωτος ερυθρος και ολος ως δερμα δασυτριχος· και εκαλεσαν το ονομα αυτου, Ησαυ. 26 Και επειτα εξηλθεν ο αδελφος αυτου· και η χειρ αυτου εκρατει την πτερναν του Ησαυ· δια τουτο ωνομασθη Ιακωβ· ο δε Ισαακ ητο ετων εξηκοντα, οτε εγεννησεν αυτους. 27 Ηυξησαν δε τα παιδια· και εγεινεν ο μεν Ησαυ ανθρωπος εμπειρος εις το κυνηγιον, ανθρωπος του αγρου· ο δε Ιακωβ, ανθρωπος απλους, κατοικων εν σκηναις. 28 Και ο μεν Ισαακ ηγαπα τον Ησαυ, διοτι το κυνηγιον ητο τροφη εις αυτον· η δε Ρεβεκκα ηγαπα τον Ιακωβ. 29 Εμαγειρευε δε ο Ιακωβ μαγειρευμα· και ηλθεν ο Ησαυ εκ του αγρου και ητο αποκαμωμενος· 30 και ειπεν ο Ησαυ προς τον Ιακωβ, Δος μοι, παρακαλω, να φαγω απο το κοκκινον, το κοκκινον τουτο, διοτι ειμαι αποκαμωμενος· δια τουτο εκληθη το ονομα αυτου, Εδωμ. 31 Και ειπεν ο Ιακωβ, Πωλησον μοι σημερον τα πρωτοτοκια σου. 32 Και ο Ησαυ ειπεν, Ιδου, εγω υπαγω να αποθανω, και τι με ωφελουσι ταυτα τα πρωτοτοκια; 33 Και ειπεν ο Ιακωβ, Ομοσον μοι σημερον· και ωμοσεν εις αυτον· και επωλησε τα πρωτοτοκια αυτου εις τον Ιακωβ. 34 Τοτε ο Ιακωβ εδωκεν εις τον Ησαυ αρτον και μαγειρευμα της φακης· και εφαγε και επιε και σηκωθεις ανεχωρησεν· ουτως ο Ησαυ κατεφρονησε τα πρωτοτοκια.

Gn 25, 1-34





Verš 32
Και ο Ησαυ ειπεν, Ιδου, εγω υπαγω να αποθανω, και τι με ωφελουσι ταυτα τα πρωτοτοκια;
Iz 22:13 - αλλ' ιδου, χαρα και ευθυμια· σφαζουσι βοας και θυουσι προβατα, τρωγουσι κρεατα και πινουσιν οινον, λεγοντες, Ας φαγωμεν και ας πιωμεν· διοτι αυριον θελομεν αποθανει.
1Kor 15:32 - Εαν κατα ανθρωπον επολεμησα με θηρια εν Εφεσω, τι το οφελος εις εμε; αν οι νεκροι δεν ανασταινωνται, ας φαγωμεν και ας πιωμεν, διοτι αυριον αποθνησκομεν.

Verš 2
Και αυτη εγεννησεν εις αυτον τον Ζεμβραν και τον Ιοξαν και τον Μαδαν και τον Μαδιαμ και τον Ιεσβωκ και τον Σουα.
1Krn 1:32 - Οι δε υιοι της Χεττουρας, θεραπαινης του Αβρααμ, ουτοι· αυτη εγεννησε τον Ζεμβραν και Ιοξαν και Μαδαν και Μαδιαμ και Ιεσβωκ και Σουα· και υιοι του Ιοξαν, Σεβα και Δαιδαν·

Verš 5
Εδωκε δε ο Αβρααμ παντα τα υπαρχοντα αυτου εις τον Ισαακ.
Gn 24:36 - Και εγεννησε Σαρρα, η γυνη του κυριου μου, υιον εις τον κυριον μου, αφου εγηρασε· και εδωκεν εις αυτον παντα οσα εχει.

Verš 8
Και εκπνευσας απεθανεν ο Αβρααμ εν γηρατι καλω, γερων και πληρης ημερων· και προσετεθη εις τον λαον αυτου.
Gn 15:15 - συ δε θελεις απελθει προς τους πατερας σου εν ειρηνη· θελεις ενταφιασθη εν γηρατι καλω·

Verš 13
και ταυτα ειναι τα ονοματα των υιων του Ισμαηλ, κατα τα ονοματα αυτων, εις τας γενεας αυτων· πρωτοτοκος του Ισμαηλ Ναβαιωθ, επειτα Κηδαρ και Αβδεηλ και Μιβσαμ,
1Krn 1:29 - Αυται ειναι αι γενεαι αυτων· Ο πρωτοτοκος του Ισμαηλ, Ναβαιωθ· επειτα Κηδαρ και Αδβεηλ και Μιβσαμ,

Verš 21
Και εδεετο ο Ισαακ προς τον Κυριον περι της γυναικος αυτου, διοτι ητο στειρα· και επηκουσεν ο Κυριος αυτου, και συνελαβεν η Ρεβεκκα η γυνη αυτου.
Rim 9:10 - Και ουχι μονον τουτο, αλλα και η Ρεβεκκα, οτε συνελαβε δυο εξ ενος ανδρος, Ισαακ του πατρος ημων·

Verš 23
Και ειπεν ο Κυριος προς αυτην, Δυο εθνη ειναι εν τη κοιλια σου· και δυο λαοι θελουσι διαχωρισθη απο των εντοσθιων σου· και ο εις λαος θελει εισθαι δυνατωτερος του αλλου λαου· και ο μεγαλητερος θελει δουλευσει εις τον μικροτερον.
2Sam 8:14 - Και εβαλε φρουρας εν τη Ιδουμαια· καθ' ολην την Ιδουμαιαν εβαλε φρουρας· και παντες οι Ιδουμαιοι εγειναν δουλοι του Δαβιδ. Και εσωζεν ο Κυριος τον Δαβιδ πανταχου οπου επορευετο.
Rim 9:12 - ερρεθη προς αυτην οτι ο μεγαλητερος θελει δουλευσει εις τον μικροτερον,

Verš 26
Και επειτα εξηλθεν ο αδελφος αυτου· και η χειρ αυτου εκρατει την πτερναν του Ησαυ· δια τουτο ωνομασθη Ιακωβ· ο δε Ισαακ ητο ετων εξηκοντα, οτε εγεννησεν αυτους.
Oz 12:3 - Εν τη κοιλια επτερνισε τον αδελφον αυτου και εν τη ανδρικη ηλικια αυτου ενισχυσε προς τον Θεον.

Gn 25,1-11 - Zoznam Abrahámových synov z Ketury je vlastne doplnením rodostromu 11,27–32. Niektoré mená označujú osoby, iné zasa národy. Národy sú: Asýrčania, ktorí bývali v susedstve potomkov Izmaelových, Madiánčania, ktorí obývali Sinajský polostrov a pri ktorých sa osadili Latusiti. Saba a Dadan uvádzajú sa v 10,7 medzi Kušitmi. Ostatné mená pravdepodobne označujú už len Keturiných synov. – Abrahám umiera, keď Izák mal už sedemdesiatpäť rokov. Jakub a Ezau mali po pätnásť (25,26).

Gn 25,12-18 - Potomkovia Izmaelovi sa osadili v Severnej Arábii.

Gn 25,19 - Týmto veršom sa začína podľa hebrejského textu ôsmy diel Knihy Genezis. Zdalo by sa, že bude v nej reč o Izákovi. Opisuje osudy jeho dvoch synov, Jakuba a Ezaua. Paddan Aram, doslova rovina Aram, označuje Mezopotámiu, najmä jej severnú časť v okolí Charanu.

Gn 25,22 - Rebeka považuje pohyb detí za zlé znamenie. Ak z toho má byť nešťastie, nuž nemusela ani počať: Ak je to tak, prečo som takáto, t. j. v požehnanom stave. Vo svojom trápení šla sa poradiť Pána. Asi k nejakému oltáru.

Gn 25,23 - Nevieme ani, ako sa to opýtanie stalo, ani ako jej Pán odpovedal. Odpoveď je rytmická a naznačuje, že Rebeka bude matkou dvoch národov. Splní sa, čo jej boli žičili pri odchode z otcovského domu (24,60). Nepokoj, pohyb detí v živote matky, je predzvesťou ich nepokojného života. Oba národy budú v ustavičnom napätí a nepokoji medzi sebou. A potomci mladšieho budú vládnuť nad potomkami toho, čo sa narodí prv. Právo prvorodeného nezaisťuje mu nijakú prednosť v rode.

Gn 25,25 - Červený – ,admóní' – rozumie sa alebo červenej pokožky, alebo len ryšavých vlasov. Na toto nadväzuje aj v. 30: Edom ,červený' od slova ,asah – červenať sa', Ezau ,chlpatý, zarastený. Ako kožuch' – sé 'ar už vopred označuje kraj Seir, kde potomkovia Edomovi-Ezauovi budú bývať. Edom, Idumea, krajina medzi Mŕtvym morom a Elamským zálivom, neskoršie zahrňovala aj severnú časť Sinajského polostrova až po južné hranice Palestíny.

Gn 25,26 - Jakub –,ágéb' ,päta' a tiež i ten, čo drží pätu. Jakub chytil pätu svojho brata, akoby ho chcel zadržať, akoby chcel byť on prvorodený. Na príhodu sa spomenie ešte v 27,36.

Gn 25,27-34 - Bratia boli rozličnej povahy. Otec mal radšej prvorodeného, a matka zasa mladšieho. Asi preto, lebo vedela, že Jakub bude viac znamenať pre rod ako Ezau (v. 23). V celej rozprave javí sa Ezau ako nerozumný, ľahkovážny. Jakub zasa ako prezieravý a mysliaci do budúcnosti. Jakub svojím počínaním plní len to, čo Boh už predtým prezradil jeho matke. Jakubovo počínanie iste nie je najstatočnejšie, ale nesmieme ho posudzovať podľa kresťanskej morálky. Edom – červený, pozri vyššie v. 24. Ezauovi nezáleží na prvorodenstve, on sa o také veci málo stará. Žije zo dňa na deň. Jakub je však pravý opak: je pastierom a roľníkom, a preto myslí na budúcnosť. Váži si právo prvorodenstva. Ono dávalo nárok na dve čiastky z otcovského majetku a okrem toho prvorodený po otcovej smrti sa stával hlavou rodiny. V tomto prípade išlo aj o požehnania, ktoré dostal už ich starý otec Abrahám, a ony iste prejdú s otcovským požehnaním na dediča Izákovho. Preto Jakub, o ktorom už Pán prezradil, že bude vládnuť nad svojím bratom, domáha sa tejto hodnosti. Lež jeho skutok nemožno schvaľovať; mal nechať všetko na riadenie Božie. Ezau predal svoje právo za jediné jedlo – tak robí každý hriešnik, ktorý za krátku radosť, za hriech, stráca právo na večný život.