výhody registrácie

Kniha Jób

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

Jób 5, 1-27

1 Καλεσον τωρα, εαν τις σοι αποκριθη; και προς τινα των αγιων θελεις αποβλεψει; 2 Διοτι η οργη φονευει τον αφρονα, και η αγανακτησις θανατονει τον μωρον. 3 Εγω ειδον τον αφρονα ριζουμενον· αλλ' ευθυς προειπα κατηραμενην την κατοικιαν αυτου. 4 Οι υιοι αυτου ειναι μακραν απο της σωτηριας, και καταπιεζονται εμπροσθεν της πυλης, και ουδεις ο ελευθερων· 5 των οποιων τον θερισμον κατατρωγει ο πεινων, και αρπαζει αυτον εκ των ακανθων και την περιουσιαν αυτων καταπινει ο διψων. 6 Διοτι εκ του χωματος δεν εξερχεται η θλιψις, ουδε η λυπη βλαστανει εκ της γης· 7 αλλ' ο ανθρωπος γενναται δια την λυπην, και οι νεοσσοι των αετων δια να πετωσιν υψηλα. 8 Αλλ' εγω τον Θεον θελω επικαλεσθη, και εν τω Θεω θελω εναποθεσει την υποθεσιν μου· 9 οστις καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα, θαυμασια αναριθμητα· 10 οστις διδει βροχην επι το προσωπον της γης, και πεμπει υδατα επι το προσωπον των αγρων· 11 οστις υψονει τους ταπεινους, και ανεγειρει εις σωτηριαν τους τεθλιμμενους· 12 οστις διασκεδαζει τας βουλας των πανουργων, και δεν δυνανται αι χειρες αυτων να εκτελεσωσι την επιχειρησιν αυτων· 13 οστις συλλαμβανει τους σοφους εν τη πανουργια αυτων· και η βουλη των δολιων ανατρεπεται· 14 την ημεραν απαντωσι σκοτος, και εν μεσημβρια ψηλαφωσι καθως εν νυκτι. 15 Τον πτωχον ομως λυτρονει εκ της ρομφαιας, εκ του στοματος αυτων και εκ της χειρος του ισχυρου. 16 Και ο πτωχος εχει ελπιδα, της δε ανομιας το στομα εμφραττεται. 17 Ιδου, μακαριος ο ανθρωπος, τον οποιον ελεγχει ο Θεος· δια τουτο μη καταφρονει την παιδειαν του Παντοδυναμου· 18 διοτι αυτος πληγονει και επιδενει· κτυπα, και αι χειρες αυτου ιατρευουσιν. 19 Εν εξ θλιψεσι θελει σε ελευθερωσει· και εν τη εβδομη δεν θελει σε εγγισει κακον. 20 Εν τη πεινη θελει σε λυτρωσει εκ θανατου· και εν πολεμω εκ χειρος ρομφαιας. 21 Απο μαστιγος γλωσσης θελεις εισθαι πεφυλαγμενος· και δεν θελεις φοβηθη απο του επερχομενου ολεθρου. 22 Τον ολεθρον και την πειναν θελεις καταγελα· και δεν θελεις φοβηθη απο των θηριων της γης. 23 Διοτι θελεις εχει συμμαχιαν μετα των λιθων της πεδιαδος· και τα θηρια του αγρου θελουσιν ειρηνευει μετα σου. 24 Και θελεις γνωρισει οτι ειρηνη ειναι εν τη σκηνη σου, και θελεις επισκεφθη την κατοικιαν σου, και δεν θελει σοι λειπει ουδεν. 25 Και θελεις γνωρισει οτι ειναι πολυ το σπερμα σου, και οι εκγονοι σου ως η βοτανη της γης. 26 Θελεις ελθει εις τον ταφον εν βαθει γηρατι, καθως συσσωρευεται η θημωνια του σιτου εν τω καιρω αυτης. 27 Ιδου, τουτο εξιχνιασαμεν, ουτως εχει· ακουσον αυτο και γνωρισον εν σεαυτω.

Jób 5, 1-27





Verš 3
Εγω ειδον τον αφρονα ριζουμενον· αλλ' ευθυς προειπα κατηραμενην την κατοικιαν αυτου.
Ž 37:36 - αλλ' ηφανισθη· και ιδου, δεν υπηρχε· και εζητησα αυτον, και δεν ευρεθη.

Verš 9
οστις καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα, θαυμασια αναριθμητα·
Jób 9:10 - Αυτος καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα και θαυμασια αναριθμητα.
Ž 72:18 - Ευλογητος Κυριος ο Θεος, ο Θεος του Ισραηλ, οστις μονος καμνει θαυμασια·
Rim 11:33 - Ω βαθος πλουτου και σοφιας και γνωσεως Θεου. Ποσον ανεξερευνητοι ειναι αι κρισεις αυτου και ανεξιχνιαστοι αι οδοι αυτου.

Verš 11
οστις υψονει τους ταπεινους, και ανεγειρει εις σωτηριαν τους τεθλιμμενους·
1Sam 2:7 - Ο Κυριος πτωχιζει και πλουτιζει, ταπεινονει και υψονει.
Ž 113:7 - ο εγειρων απο του χωματος τον πτωχον και απο της κοπριας ανυψων τον πενητα,

Verš 12
οστις διασκεδαζει τας βουλας των πανουργων, και δεν δυνανται αι χειρες αυτων να εκτελεσωσι την επιχειρησιν αυτων·
Neh 4:15 - Και οτε οι εχθροι ημων ηκουσαν οτι το πραγμα εγνωσθη εις ημας, και διεσκεδασεν ο Θεος την βουλην αυτων, επεστρεψαμεν παντες ημεις εις το τειχος, εκαστος εις το εργον αυτου.
Ž 33:10 - Ο Κυριος ματαιονει την βουλην των εθνων, ανατρεπει τους διαλογισμους των λαων.
Iz 8:10 - Βουλευθητε βουλην, και θελει ματαιωθη· λαλησατε λογον, και δεν θελει σταθη διοτι μεθ' ημων ο Θεος.

Verš 13
οστις συλλαμβανει τους σοφους εν τη πανουργια αυτων· και η βουλη των δολιων ανατρεπεται·
1Kor 3:19 - Διοτι η σοφια του κοσμου τουτου ειναι μωρια παρα τω Θεω. Επειδη ειναι γεγραμμενον· Οστις συλλαμβανει τους σοφους εν τη πανουργια αυτων·

Verš 14
την ημεραν απαντωσι σκοτος, και εν μεσημβρια ψηλαφωσι καθως εν νυκτι.
Dt 28:29 - και θελεις ψηλαφα εν τω μεσω της ημερας, ως ο τυφλος ψηλαφα εν τω σκοτει, και δεν θελεις ευοδουσθαι εις τας οδους σου· και θελεις εισθαι μονον καταδυναστευομενος και διαρπαζομενος πασας τας ημερας, και δεν θελει εισθαι ο σωζων.

Verš 16
Και ο πτωχος εχει ελπιδα, της δε ανομιας το στομα εμφραττεται.
Ž 107:42 - Οι ευθεις βλεπουσι και ευφραινονται· πασα δε ανομια θελει εμφραξει το στομα αυτης.

Verš 17
Ιδου, μακαριος ο ανθρωπος, τον οποιον ελεγχει ο Θεος· δια τουτο μη καταφρονει την παιδειαν του Παντοδυναμου·
Prís 3:11 - Υιε μου, μη καταφρονει την παιδειαν του Κυριου και μη αθυμει ελεγχομενος υπ' αυτου.
Heb 12:5 - και ελησμονησατε την νουθεσιαν, ητις λαλει προς εσας ως προς υιους, λεγουσα· Υιε μου, μη καταφρονης την παιδειαν του Κυριου, μηδε αθυμης ελεγχομενος υπ' αυτου.
Jak 1:12 - Μακαριος ο ανθρωπος, οστις υπομενει πειρασμον· διοτι αφου δοκιμασθη, θελει λαβει τον στεφανον της ζωης, τον οποιον υπεσχεθη ο Κυριος εις τους αγαπωντας αυτον.
Zjv 3:19 - Εγω οσους αγαπω, ελεγχω και παιδευω· γενου λοιπον ζηλωτης και μετανοησον.

Verš 18
διοτι αυτος πληγονει και επιδενει· κτυπα, και αι χειρες αυτου ιατρευουσιν.
Dt 32:39 - Ιδετε τωρα οτι εγω, εγω ειμαι, και δεν ειναι Θεος πλην εμου· εγω θανατονω και ζωοποιω· εγω πληγονω και ιατρευω· και δεν υπαρχει ο ελευθερων εκ της χειρος μου.
1Sam 2:6 - Ο Κυριος θανατονει και ζωοποιει· καταβιβαζει εις τον αδην και αναβιβαζει.
Oz 6:1 - Ελθετε και ας επιστρεψωμεν προς τον Κυριον· διοτι αυτος διεσπαραξε, και θελει μας ιατρευσει· επαταξε, και θελει περιδεσει την πληγην ημων.

Verš 19
Εν εξ θλιψεσι θελει σε ελευθερωσει· και εν τη εβδομη δεν θελει σε εγγισει κακον.
Ž 91:3 - Διοτι αυτος θελει σε λυτρονει εκ της παγιδος των κυνηγων και εκ θανατηφορου λοιμου.

Verš 23
Διοτι θελεις εχει συμμαχιαν μετα των λιθων της πεδιαδος· και τα θηρια του αγρου θελουσιν ειρηνευει μετα σου.
Oz 2:18 - Και εν τη ημερα εκεινη θελω καμει διαθηκην υπερ αυτων προς τα θηρια του αγρου και προς τα πετεινα του ουρανου και τα ερπετα της γης· τοξον δε και ρομφαιαν και πολεμον θελω συντριψει εκ της γης και θελω κατοικισει αυτους εν ασφαλεια.

Job 5,1 - Nepomáha pokus a opovážlivosť človeka, keby chcel Boha ťahať pred súd za to, že musí znášať ťažký osud. Nijaký človek, ba ani anjel, by sa neodvážil zaujať úrad sudcu v tomto prípade, keby šlo o to, aby sa vynášal súd nad Bohom.

Job 5,2 - Boh iba pokorným, t.j. kajúcim, priznáva zvláštne milosti.

Job 5,4 - V bránach mesta konali sa súdy.

Job 5,6 - Utrpenie človeka nie je čisto výplodom prírody, ale sám hriešnik si je najčastejšie príčinou svojho utrpenia.

Job 5,17-27 - Úsek opisuje opätovné nadobudnutie šťastia trpiaceho človeka, ktorý zo svojej hriešnosti obráti sa k Bohu. Je to pre Jóba nepriame povzbudenie, aby sa usiloval v duchu pokánia k Bohu sa obrátiť. Má sa priznať k svojej hriešnosti, odprosiť Boha a oddať sa jeho milosrdenstvu. Boh nikoho nesklame.

Job 5,19 - Číslicový výrok, ktorý sedmičku uvádza ako pojem plnosti (porov. 33,14.29; 40,5; Prís 30,15 a i.).

Job 5,22 - Poľná úroda mala mnoho škodcov aj z radov zvierat. Tak hubila úrodu divá zver (Ez 14,21), myši (1 Sam 6,4 n.), kobylky (Joel 1, 4), mravce (Prís 6,6–8).

Job 5,23 - V kamenistej pôde darila sa oliva (29,6; Dt 32,13 n.) a najmä vinič.